헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὠτακουστής

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὠτακουστής ὠτακουστοῦ

형태분석: ὠτακουστ (어간) + ης (어미)

어원: a)kou/w

  1. 스파이, 간첩, 정찰병
  1. a listener, spy

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὠτακουστής

스파이가

ὠτακουστᾱ́

스파이들이

ὠτακουσταί

스파이들이

속격 ὠτακουστοῦ

스파이의

ὠτακουσταῖν

스파이들의

ὠτακουστῶν

스파이들의

여격 ὠτακουστῇ

스파이에게

ὠτακουσταῖν

스파이들에게

ὠτακουσταῖς

스파이들에게

대격 ὠτακουστήν

스파이를

ὠτακουστᾱ́

스파이들을

ὠτακουστᾱ́ς

스파이들을

호격 ὠτακουστά

스파이야

ὠτακουστᾱ́

스파이들아

ὠτακουσταί

스파이들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὠτακουστὰσ μὲν οὖν πρῶτοσ ἔσχεν ὁ νόθοσ Δαρεῖοσ ἀπιστῶν ἑαυτῷ καὶ πάντασ ὑφορώμενοσ καὶ δεδοικώσ, τοὺσ δὲ προσαγωγίδασ οἱ Διονύσιοι τοῖσ Συρακοσίοισ κατέμιξαν ὅθεν ἐν τῇ μεταβολῇ τῶν πραγμάτων τούτουσ πρώτουσ οἱ Συρακόσιοι συλλαμβάνοντεσ ἀπετυμπάνιζον. (Plutarch, De curiositate, section 162)

    (플루타르코스, De curiositate, section 162)

  • ὠτακουστὰσ μὲν οὖν πρῶτοσ ἔσχεν ὁ νέοσ Δαρεῖοσ ἀπιστῶν ἑαυτῷ καὶ πάντασ ὑφορώμενοσ καὶ δεδοικώσ· (Plutarch, De curiositate, section 15 6:2)

    (플루타르코스, De curiositate, section 15 6:2)

  • καὶ τὸ μὴ λανθάνειν πειρᾶσθαι ὅσα τυγχάνει τισ λέγων ἢ πράττων τῶν ἀρχομένων, ἀλλ’ εἶναι κατασκόπουσ, οἱο͂ν περὶ Συρακούσασ αἱ ποταγωγίδεσ καλούμεναι, καὶ οὓσ ὠτακουστὰσ ἐξέπεμπεν Ιἕρων, ὅπου τισ εἰή συνουσία καὶ σύλλογοσ παρρησιάζονταί τε γὰρ ἧττον, φοβούμενοι τοὺσ τοιούτουσ, κἂν παρρησιάζωνται, λανθάνουσιν ἧττον· (Aristotle, Politics, Book 5 281:1)

    (아리스토텔레스, 정치학, Book 5 281:1)

유의어

  1. 스파이

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION