Ancient Greek-English Dictionary Language

ὑπέρμετρος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ὑπέρμετρος ὑπέρμετρον

Structure: ὑπερμετρ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. beyond all measure, excessive

Examples

  • "ἐν δὲ τοῖσ ἐπαίνοισ μάλιστα, ὅταν τισ ἐπαινῇ με φορτικὰσ καὶ ὑπερμέτρουσ ποιούμενοσ τὰσ ὑπερβολάσ, ἐρυθριῶ τε καὶ ὀλίγου δεῖν ἐπιφράττομαι τὰ ὦτα καὶ τὸ πρᾶγμα χλεύῃ μᾶλλον ἢ ἐπαίνῳ ἐοικέναι μοι δοκεῖ. (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 1:5)
  • σπεύδοντεσ γὰρ τοὺσ παῖδασ ἐν πᾶσι τάχιον πρωτεῦσαι πόνουσ αὐτοῖσ ὑπερμέτρουσ ἐπιβάλλουσιν, οἷσ ἀπαυδῶντεσ ἐκπίπτουσι, καὶ ἄλλωσ βαρυνόμενοι ταῖσ κακοπαθείαισ οὐ δέχονται τὴν μάθησιν εὐηνίωσ. (Plutarch, De liberis educandis, section 13 1:5)

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION