헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τυλόω

ο 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τυλόω τυλώσω

형태분석: τυλό (어간) + ω (인칭어미)

어원: tu/los

  1. to make knobby, knobbed
  2. to make callous, to be callous

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τυλῶ

τυλοῖς

τυλοῖ

쌍수 τυλοῦτον

τυλοῦτον

복수 τυλοῦμεν

τυλοῦτε

τυλοῦσιν*

접속법단수 τυλῶ

τυλοῖς

τυλοῖ

쌍수 τυλῶτον

τυλῶτον

복수 τυλῶμεν

τυλῶτε

τυλῶσιν*

기원법단수 τυλοῖμι

τυλοῖς

τυλοῖ

쌍수 τυλοῖτον

τυλοίτην

복수 τυλοῖμεν

τυλοῖτε

τυλοῖεν

명령법단수 τύλου

τυλούτω

쌍수 τυλοῦτον

τυλούτων

복수 τυλοῦτε

τυλούντων, τυλούτωσαν

부정사 τυλοῦν

분사 남성여성중성
τυλων

τυλουντος

τυλουσα

τυλουσης

τυλουν

τυλουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τυλοῦμαι

τυλοῖ

τυλοῦται

쌍수 τυλοῦσθον

τυλοῦσθον

복수 τυλούμεθα

τυλοῦσθε

τυλοῦνται

접속법단수 τυλῶμαι

τυλοῖ

τυλῶται

쌍수 τυλῶσθον

τυλῶσθον

복수 τυλώμεθα

τυλῶσθε

τυλῶνται

기원법단수 τυλοίμην

τυλοῖο

τυλοῖτο

쌍수 τυλοῖσθον

τυλοίσθην

복수 τυλοίμεθα

τυλοῖσθε

τυλοῖντο

명령법단수 τυλοῦ

τυλούσθω

쌍수 τυλοῦσθον

τυλούσθων

복수 τυλοῦσθε

τυλούσθων, τυλούσθωσαν

부정사 τυλοῦσθαι

분사 남성여성중성
τυλουμενος

τυλουμενου

τυλουμενη

τυλουμενης

τυλουμενον

τυλουμενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION