헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τριποδηφορέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τριποδηφορέω τριποδηφορήσω

형태분석: τριποδηφορέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to bring a tripod, offer it as a sign of victory

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τριποδηφόρω

τριποδηφόρεις

τριποδηφόρει

쌍수 τριποδηφόρειτον

τριποδηφόρειτον

복수 τριποδηφόρουμεν

τριποδηφόρειτε

τριποδηφόρουσιν*

접속법단수 τριποδηφόρω

τριποδηφόρῃς

τριποδηφόρῃ

쌍수 τριποδηφόρητον

τριποδηφόρητον

복수 τριποδηφόρωμεν

τριποδηφόρητε

τριποδηφόρωσιν*

기원법단수 τριποδηφόροιμι

τριποδηφόροις

τριποδηφόροι

쌍수 τριποδηφόροιτον

τριποδηφοροίτην

복수 τριποδηφόροιμεν

τριποδηφόροιτε

τριποδηφόροιεν

명령법단수 τριποδηφο͂ρει

τριποδηφορεῖτω

쌍수 τριποδηφόρειτον

τριποδηφορεῖτων

복수 τριποδηφόρειτε

τριποδηφοροῦντων, τριποδηφορεῖτωσαν

부정사 τριποδηφόρειν

분사 남성여성중성
τριποδηφορων

τριποδηφορουντος

τριποδηφορουσα

τριποδηφορουσης

τριποδηφορουν

τριποδηφορουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τριποδηφόρουμαι

τριποδηφόρει, τριποδηφόρῃ

τριποδηφόρειται

쌍수 τριποδηφόρεισθον

τριποδηφόρεισθον

복수 τριποδηφοροῦμεθα

τριποδηφόρεισθε

τριποδηφόρουνται

접속법단수 τριποδηφόρωμαι

τριποδηφόρῃ

τριποδηφόρηται

쌍수 τριποδηφόρησθον

τριποδηφόρησθον

복수 τριποδηφορώμεθα

τριποδηφόρησθε

τριποδηφόρωνται

기원법단수 τριποδηφοροίμην

τριποδηφόροιο

τριποδηφόροιτο

쌍수 τριποδηφόροισθον

τριποδηφοροίσθην

복수 τριποδηφοροίμεθα

τριποδηφόροισθε

τριποδηφόροιντο

명령법단수 τριποδηφόρου

τριποδηφορεῖσθω

쌍수 τριποδηφόρεισθον

τριποδηφορεῖσθων

복수 τριποδηφόρεισθε

τριποδηφορεῖσθων, τριποδηφορεῖσθωσαν

부정사 τριποδηφόρεισθαι

분사 남성여성중성
τριποδηφορουμενος

τριποδηφορουμενου

τριποδηφορουμενη

τριποδηφορουμενης

τριποδηφορουμενον

τριποδηφορουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τριποδηφορήσω

τριποδηφορήσεις

τριποδηφορήσει

쌍수 τριποδηφορήσετον

τριποδηφορήσετον

복수 τριποδηφορήσομεν

τριποδηφορήσετε

τριποδηφορήσουσιν*

기원법단수 τριποδηφορήσοιμι

τριποδηφορήσοις

τριποδηφορήσοι

쌍수 τριποδηφορήσοιτον

τριποδηφορησοίτην

복수 τριποδηφορήσοιμεν

τριποδηφορήσοιτε

τριποδηφορήσοιεν

부정사 τριποδηφορήσειν

분사 남성여성중성
τριποδηφορησων

τριποδηφορησοντος

τριποδηφορησουσα

τριποδηφορησουσης

τριποδηφορησον

τριποδηφορησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τριποδηφορήσομαι

τριποδηφορήσει, τριποδηφορήσῃ

τριποδηφορήσεται

쌍수 τριποδηφορήσεσθον

τριποδηφορήσεσθον

복수 τριποδηφορησόμεθα

τριποδηφορήσεσθε

τριποδηφορήσονται

기원법단수 τριποδηφορησοίμην

τριποδηφορήσοιο

τριποδηφορήσοιτο

쌍수 τριποδηφορήσοισθον

τριποδηφορησοίσθην

복수 τριποδηφορησοίμεθα

τριποδηφορήσοισθε

τριποδηφορήσοιντο

부정사 τριποδηφορήσεσθαι

분사 남성여성중성
τριποδηφορησομενος

τριποδηφορησομενου

τριποδηφορησομενη

τριποδηφορησομενης

τριποδηφορησομενον

τριποδηφορησομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION