헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τιθασεύω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τιθασεύω

형태분석: τιθασεύ (어간) + ω (인칭어미)

어원: only in pres.

  1. 길들이다, 제압하다, 조종하다
  2. 갈다, 키우다, 기르다
  1. to tame, domesticate
  2. to reclaim, cultivate

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τιθασεύω

(나는) 길들인다

τιθασεύεις

(너는) 길들인다

τιθασεύει

(그는) 길들인다

쌍수 τιθασεύετον

(너희 둘은) 길들인다

τιθασεύετον

(그 둘은) 길들인다

복수 τιθασεύομεν

(우리는) 길들인다

τιθασεύετε

(너희는) 길들인다

τιθασεύουσιν*

(그들은) 길들인다

접속법단수 τιθασεύω

(나는) 길들이자

τιθασεύῃς

(너는) 길들이자

τιθασεύῃ

(그는) 길들이자

쌍수 τιθασεύητον

(너희 둘은) 길들이자

τιθασεύητον

(그 둘은) 길들이자

복수 τιθασεύωμεν

(우리는) 길들이자

τιθασεύητε

(너희는) 길들이자

τιθασεύωσιν*

(그들은) 길들이자

기원법단수 τιθασεύοιμι

(나는) 길들이기를 (바라다)

τιθασεύοις

(너는) 길들이기를 (바라다)

τιθασεύοι

(그는) 길들이기를 (바라다)

쌍수 τιθασεύοιτον

(너희 둘은) 길들이기를 (바라다)

τιθασευοίτην

(그 둘은) 길들이기를 (바라다)

복수 τιθασεύοιμεν

(우리는) 길들이기를 (바라다)

τιθασεύοιτε

(너희는) 길들이기를 (바라다)

τιθασεύοιεν

(그들은) 길들이기를 (바라다)

명령법단수 τιθάσευε

(너는) 길들여라

τιθασευέτω

(그는) 길들여라

쌍수 τιθασεύετον

(너희 둘은) 길들여라

τιθασευέτων

(그 둘은) 길들여라

복수 τιθασεύετε

(너희는) 길들여라

τιθασευόντων, τιθασευέτωσαν

(그들은) 길들여라

부정사 τιθασεύειν

길들이는 것

분사 남성여성중성
τιθασευων

τιθασευοντος

τιθασευουσα

τιθασευουσης

τιθασευον

τιθασευοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τιθασεύομαι

(나는) 길든다

τιθασεύει, τιθασεύῃ

(너는) 길든다

τιθασεύεται

(그는) 길든다

쌍수 τιθασεύεσθον

(너희 둘은) 길든다

τιθασεύεσθον

(그 둘은) 길든다

복수 τιθασευόμεθα

(우리는) 길든다

τιθασεύεσθε

(너희는) 길든다

τιθασεύονται

(그들은) 길든다

접속법단수 τιθασεύωμαι

(나는) 길들자

τιθασεύῃ

(너는) 길들자

τιθασεύηται

(그는) 길들자

쌍수 τιθασεύησθον

(너희 둘은) 길들자

τιθασεύησθον

(그 둘은) 길들자

복수 τιθασευώμεθα

(우리는) 길들자

τιθασεύησθε

(너희는) 길들자

τιθασεύωνται

(그들은) 길들자

기원법단수 τιθασευοίμην

(나는) 길들기를 (바라다)

τιθασεύοιο

(너는) 길들기를 (바라다)

τιθασεύοιτο

(그는) 길들기를 (바라다)

쌍수 τιθασεύοισθον

(너희 둘은) 길들기를 (바라다)

τιθασευοίσθην

(그 둘은) 길들기를 (바라다)

복수 τιθασευοίμεθα

(우리는) 길들기를 (바라다)

τιθασεύοισθε

(너희는) 길들기를 (바라다)

τιθασεύοιντο

(그들은) 길들기를 (바라다)

명령법단수 τιθασεύου

(너는) 길들어라

τιθασευέσθω

(그는) 길들어라

쌍수 τιθασεύεσθον

(너희 둘은) 길들어라

τιθασευέσθων

(그 둘은) 길들어라

복수 τιθασεύεσθε

(너희는) 길들어라

τιθασευέσθων, τιθασευέσθωσαν

(그들은) 길들어라

부정사 τιθασεύεσθαι

길드는 것

분사 남성여성중성
τιθασευομενος

τιθασευομενου

τιθασευομενη

τιθασευομενης

τιθασευομενον

τιθασευομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐτιθάσευον

(나는) 길들이고 있었다

ἐτιθάσευες

(너는) 길들이고 있었다

ἐτιθάσευεν*

(그는) 길들이고 있었다

쌍수 ἐτιθασεύετον

(너희 둘은) 길들이고 있었다

ἐτιθασευέτην

(그 둘은) 길들이고 있었다

복수 ἐτιθασεύομεν

(우리는) 길들이고 있었다

ἐτιθασεύετε

(너희는) 길들이고 있었다

ἐτιθάσευον

(그들은) 길들이고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐτιθασευόμην

(나는) 길들고 있었다

ἐτιθασεύου

(너는) 길들고 있었다

ἐτιθασεύετο

(그는) 길들고 있었다

쌍수 ἐτιθασεύεσθον

(너희 둘은) 길들고 있었다

ἐτιθασευέσθην

(그 둘은) 길들고 있었다

복수 ἐτιθασευόμεθα

(우리는) 길들고 있었다

ἐτιθασεύεσθε

(너희는) 길들고 있었다

ἐτιθασεύοντο

(그들은) 길들고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μετὰ βραχὺ δὲ καὶ αἱ τῶν Μακεδόνων ἐπιδορατίδεσ ἥπτοντ’ ἤδη τῆσ Ἀττικῆσ, καὶ γειτνιώσησ τῆσ συμφορᾶσ καὶ τῆσ Ἑλλάδοσ κατεπτηχυίασ, ἔδει καταψᾶν καὶ τιθασεύειν τὴν ὀργὴν τοῦ βασιλέωσ ἠρεθισμένην κατὰ τοῦ δήμου. (Demades, On the Twelve Years, 20:1)

    (데마데스, On the Twelve Years, 20:1)

  • βόσκειν καὶ τιθασεύειν παρέχων τὸ γῆρασ, ἐδόκει καταφαρμακεύεσθαι φίλτροισ ὑπ’ αὐτοῦ καὶ γοητεύμασιν, ἄχρι οὗ Μάρκοσ ὁ ἀδελφὸσ ἀπελάσασ τὸν ἄνθρωπον αὐτὸσ ᾠκονόμει καὶ ἐπαιδαγώγει τὸν λοιπὸν αὐτοῦ βίον, οὐ πολὺν γενόμενον. (Plutarch, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 16 5:1)

    (플루타르코스, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 16 5:1)

  • ἀλλ’ ἡμεῖσ ἀγριαίνοντα τιθασεύομεν ζῷα καὶ πραΰνομεν, λυκιδεῖσ καὶ σκύμνουσ λεόντων ἐν ταῖσ ἀγκάλαισ περιφέροντεσ, εἶτα τέκνα καὶ φίλουσ καὶ συνήθεισ ἐκβάλλομεν ὑπ’ ὀργῆσ οἰκέταισ δὲ καὶ πολίταισ τὸν θυμὸν ὥσπερ θηρίον ἐφίεμεν· (Plutarch, De cohibenda ira, section 14 3:3)

    (플루타르코스, De cohibenda ira, section 14 3:3)

  • εὐημερήσαντοσ δὲ τοῦ Καλλιστράτου καί θαυμασθέντοσ ὑπερφυῶσ, ἐκείνου μὲν ἐζήλωσε τὴν δόξαν, ὁρῶν προπεμπόμενον ὑπὸ τῶν πολλῶν καί μακαριζόμενον, τοῦ δὲ λόγου μᾶλλον ἐθαύμασε καί κατενόησε τὴν ἰσχὺν ὡσ πάντα χειροῦσθαι καί τιθασεύειν πεφυκότοσ. (Plutarch, Demosthenes, chapter 5 3:1)

    (플루타르코스, Demosthenes, chapter 5 3:1)

  • τὰ ὠφέλιμα τοῖσ βλαβεροῖσ τοῦ πάθουσ, ἀλλ’ ᾗπερ ὁ φυτάλμιοσ θεὸσ καὶ ἡμερίδησ, τὸ ἄγριον κολοῦσαι καὶ ἀφελεῖν τὴν ἀμετρίαν, εἶτα τιθασεύειν καὶ περιίστασθαι τὸ χρήσιμον. (Plutarch, De virtute morali, section 12 4:1)

    (플루타르코스, De virtute morali, section 12 4:1)

유의어

  1. 길들이다

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION