고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: συνδιανοέομαι
Structure: συν (Prefix) + διανοέ (Stem) + ομαι (Ending)
Middle/Passive | ||||
---|---|---|---|---|
1st person | 2nd person | 3rd person | ||
Indicative | Singular | συνδιανόουμαι | συνδιανόει, συνδιανόῃ | συνδιανόειται |
Dual | συνδιανόεισθον | συνδιανόεισθον | ||
Plural | συνδιανοοῦμεθα | συνδιανόεισθε | συνδιανόουνται | |
Subjunctive | Singular | συνδιανόωμαι | συνδιανόῃ | συνδιανόηται |
Dual | συνδιανόησθον | συνδιανόησθον | ||
Plural | συνδιανοώμεθα | συνδιανόησθε | συνδιανόωνται | |
Optative | Singular | συνδιανοοίμην | συνδιανόοιο | συνδιανόοιτο |
Dual | συνδιανόοισθον | συνδιανοοίσθην | ||
Plural | συνδιανοοίμεθα | συνδιανόοισθε | συνδιανόοιντο | |
Imperative | Singular | συνδιανόου | συνδιανοεῖσθω | |
Dual | συνδιανόεισθον | συνδιανοεῖσθων | ||
Plural | συνδιανόεισθε | συνδιανοεῖσθων, συνδιανοεῖσθωσαν | ||
Infinitive | συνδιανόεισθαι | |||
Participle | Masculine | Feminine | Neuter | |
συνδιανοουμενος συνδιανοουμενου | συνδιανοουμενη συνδιανοουμενης | συνδιανοουμενον συνδιανοουμενου |
Middle/Passive | ||||
---|---|---|---|---|
1st person | 2nd person | 3rd person | ||
Indicative | Singular | συνεδιανοοῦμην | συνεδιανόου | συνεδιανόειτο |
Dual | συνεδιανόεισθον | συνεδιανοεῖσθην | ||
Plural | συνεδιανοοῦμεθα | συνεδιανόεισθε | συνεδιανόουντο |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기