Ancient Greek-English Dictionary Language

συγκατάδυσις

Third declension Noun; Feminine Transliteration:

Principal Part: συγκατάδυσις συγκατάδυσεως

Structure: συγκαταδυσι (Stem) + ς (Ending)

Etym.: from sugkatadu_/nw

Sense

  1. a sinking together

Examples

  • οὔθ’ οὕτωσ ἀκριβοῦν, ὥστε τὰσ πανταχοῦ συνανατολάσ τε καὶ συγκαταδύσεισ καὶ συμμεσουρανήσεισ καὶ ἐξάρματα πόλων καὶ τὰ κατὰ κορυφὴν σημεῖα καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα κατὰ τὰσ μεταπτώσεισ τῶν ὁριζόντων ἅμα καὶ τῶν ἀρκτικῶν διαφέροντα ἀπαντᾷ, τὰ μὲν πρὸσ τὴν ὄψιν τὰ δὲ καὶ τῇ φύσει, γνωρίζειν ἅπαντα· (Strabo, Geography, book 1, chapter 1 42:4)

Synonyms

  1. a sinking together

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION