Ancient Greek-English Dictionary Language

στυγνότης

Third declension Noun; Feminine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: στυγνότης στυγνότητος

Structure: στυγνοτητ (Stem) + ς (Ending)

Sense

  1. gloominess, sullenness

Declension

Third declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • ὁ μὲν γὰρ Δημοσθενικὸσ ἔξω παντὸσ ὠραϊσμοῦ καὶ παιδιᾶσ εἰσ δεινότητα καὶ σπουδὴν συνηγμένοσ οὐκ ἐλλυχνίων ὄδωδεν, ὥσπερ ὁ Πυθέασ ἔσκωπτεν, ἀλλ’ ὐδροποσίασ καὶ φροντίδων καὶ τῆσ λεγομένησ πικρίασ τοῦ τρόπου καὶ στυγνότητοσ, Κικέρων δὲ πολλαχοὺ τῷ σκωπτικῷ πρὸσ τὸ βωμολόχον ἐκφερόμενοσ καὶ πράγματα σπονδῆσ ἄξια γέλωτι καὶ παίδιᾷ κατειρωνευόμενοσ ἐν ταῖσ δίκαισ εἰσ τὸ χρειῶδεσ ἠφείδει τοῦ πρέποντοσ, ὥσπερ ἐν τῇ Καιλίου συνηγορίᾳ μηδὲν ἄτοπον ποιεῖν αὐτὸν ἐν τοσαύτῃ τρνφῇ καὶ πολυτελείᾳ ταῖσ ἡδοναῖσ χρώμενον· (Plutarch, Comparison of Demosthenes with Cicero, chapter 1 3:2)
  • ἐκείνην ὁ τότε βίοσ ἑορτὴν ἔγνω, τὰ δ’ ἄλλα φλεγμονῆσ ἦν ἅπαντα μεστὰ καὶ στυγνότητοσ. (Plutarch, De esu carnium I, chapter, section 2 9:1)

Synonyms

  1. gloominess

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION