헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σκολίωμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σκολίωμα σκολίωματος

형태분석: σκολιωματ (어간)

어원: skolio/s

  1. 굽이, 휨, 굽음
  1. a bend, curve

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 σκολίωμα

굽이가

σκολιώματε

굽이들이

σκολιώματα

굽이들이

속격 σκολιώματος

굽이의

σκολιωμάτοιν

굽이들의

σκολιωμάτων

굽이들의

여격 σκολιώματι

굽이에게

σκολιωμάτοιν

굽이들에게

σκολιώμασιν*

굽이들에게

대격 σκολίωμα

굽이를

σκολιώματε

굽이들을

σκολιώματα

굽이들을

호격 σκολίωμα

굽이야

σκολιώματε

굽이들아

σκολιώματα

굽이들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ δ’ αὐτὸν τὸν Τάγον ποταμὸν ὀκτακισχιλίων τίθησι τὸ μῆκοσ ἀπὸ τῆσ πηγῆσ μέχρι τῶν ἐκβολῶν, οὐ δή που τὸ σὺν τοῖσ σκολιώμασιν οὐ γὰρ γεωγραφικὸν τοῦτο, ἀλλ’ ἐπ’ εὐθείασ λέγων, καίτοι γε ἀπὸ Πυρήνησ αἱ τοῦ Τάγου πηγαὶ πλέον διέχουσιν ἢ χιλίουσ σταδίουσ. (Strabo, Geography, book 2, chapter 4 8:7)

    (스트라본, 지리학, book 2, chapter 4 8:7)

  • ὁ δ’ αὐτὸν τὸν Τάγον ποταμὸν ὀκτακισχιλίων τίθησι τὸ μῆκοσ ἀπὸ τῆσ πηγῆσ μέχρι τῶν ἐκβολῶν, οὐ δήπου τὸ σὺν τοῖσ σκολιώμασιν ‐ οὐ γὰρ γεωγραφικὸν τοῦτο ‐ ἀλλ’ ἐπ’ εὐθείασ λέγων· (Polybius, Histories, book 34, chapter 7 5:1)

    (폴리비오스, Histories, book 34, chapter 7 5:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION