헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσδιαμαρτυρέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσδιαμαρτυρέω

형태분석: προς (접두사) + διαμαρτυρέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to testify in addition

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσδιαμαρτύρω

προσδιαμαρτύρεις

προσδιαμαρτύρει

쌍수 προσδιαμαρτύρειτον

προσδιαμαρτύρειτον

복수 προσδιαμαρτύρουμεν

προσδιαμαρτύρειτε

προσδιαμαρτύρουσιν*

접속법단수 προσδιαμαρτύρω

προσδιαμαρτύρῃς

προσδιαμαρτύρῃ

쌍수 προσδιαμαρτύρητον

προσδιαμαρτύρητον

복수 προσδιαμαρτύρωμεν

προσδιαμαρτύρητε

προσδιαμαρτύρωσιν*

기원법단수 προσδιαμαρτύροιμι

προσδιαμαρτύροις

προσδιαμαρτύροι

쌍수 προσδιαμαρτύροιτον

προσδιαμαρτυροίτην

복수 προσδιαμαρτύροιμεν

προσδιαμαρτύροιτε

προσδιαμαρτύροιεν

명령법단수 προσδιαμαρτῦρει

προσδιαμαρτυρεῖτω

쌍수 προσδιαμαρτύρειτον

προσδιαμαρτυρεῖτων

복수 προσδιαμαρτύρειτε

προσδιαμαρτυροῦντων, προσδιαμαρτυρεῖτωσαν

부정사 προσδιαμαρτύρειν

분사 남성여성중성
προσδιαμαρτυρων

προσδιαμαρτυρουντος

προσδιαμαρτυρουσα

προσδιαμαρτυρουσης

προσδιαμαρτυρουν

προσδιαμαρτυρουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσδιαμαρτύρουμαι

προσδιαμαρτύρει, προσδιαμαρτύρῃ

προσδιαμαρτύρειται

쌍수 προσδιαμαρτύρεισθον

προσδιαμαρτύρεισθον

복수 προσδιαμαρτυροῦμεθα

προσδιαμαρτύρεισθε

προσδιαμαρτύρουνται

접속법단수 προσδιαμαρτύρωμαι

προσδιαμαρτύρῃ

προσδιαμαρτύρηται

쌍수 προσδιαμαρτύρησθον

προσδιαμαρτύρησθον

복수 προσδιαμαρτυρώμεθα

προσδιαμαρτύρησθε

προσδιαμαρτύρωνται

기원법단수 προσδιαμαρτυροίμην

προσδιαμαρτύροιο

προσδιαμαρτύροιτο

쌍수 προσδιαμαρτύροισθον

προσδιαμαρτυροίσθην

복수 προσδιαμαρτυροίμεθα

προσδιαμαρτύροισθε

προσδιαμαρτύροιντο

명령법단수 προσδιαμαρτύρου

προσδιαμαρτυρεῖσθω

쌍수 προσδιαμαρτύρεισθον

προσδιαμαρτυρεῖσθων

복수 προσδιαμαρτύρεισθε

προσδιαμαρτυρεῖσθων, προσδιαμαρτυρεῖσθωσαν

부정사 προσδιαμαρτύρεισθαι

분사 남성여성중성
προσδιαμαρτυρουμενος

προσδιαμαρτυρουμενου

προσδιαμαρτυρουμενη

προσδιαμαρτυρουμενης

προσδιαμαρτυρουμενον

προσδιαμαρτυρουμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀκούετε, ὦ ἄνδρεσ Ἀθηναῖοι, τῶν χρόνων παραναγιγνωσκομένων ἐκ τῶν δημοσίων γραμμάτων, καὶ τῶν μαρτύρων ὑμῖν προσδιαμαρτυρούντων, ὅτι πρὶν ἐμὲ χειροτονηθῆναι πρεσβευτήν, Φάλαικοσ ὁ τῶν Φωκέων τύραννοσ ἡμῖν μὲν καὶ Λακεδαιμονίοισ ἠπίστει, Φιλίππῳ δ’ ἐπίστευεν. (Aeschines, Speeches, , section 135 1:1)

    (아이스키네스, 연설, , section 135 1:1)

유의어

  1. to testify in addition

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION