헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσαναγράφω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσαναγράφω

형태분석: προς (접두사) + ἀναγράφ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to record besides

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσαναγράφω

προσαναγράφεις

προσαναγράφει

쌍수 προσαναγράφετον

προσαναγράφετον

복수 προσαναγράφομεν

προσαναγράφετε

προσαναγράφουσιν*

접속법단수 προσαναγράφω

προσαναγράφῃς

προσαναγράφῃ

쌍수 προσαναγράφητον

προσαναγράφητον

복수 προσαναγράφωμεν

προσαναγράφητε

προσαναγράφωσιν*

기원법단수 προσαναγράφοιμι

προσαναγράφοις

προσαναγράφοι

쌍수 προσαναγράφοιτον

προσαναγραφοίτην

복수 προσαναγράφοιμεν

προσαναγράφοιτε

προσαναγράφοιεν

명령법단수 προσανάγραφε

προσαναγραφέτω

쌍수 προσαναγράφετον

προσαναγραφέτων

복수 προσαναγράφετε

προσαναγραφόντων, προσαναγραφέτωσαν

부정사 προσαναγράφειν

분사 남성여성중성
προσαναγραφων

προσαναγραφοντος

προσαναγραφουσα

προσαναγραφουσης

προσαναγραφον

προσαναγραφοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσαναγράφομαι

προσαναγράφει, προσαναγράφῃ

προσαναγράφεται

쌍수 προσαναγράφεσθον

προσαναγράφεσθον

복수 προσαναγραφόμεθα

προσαναγράφεσθε

προσαναγράφονται

접속법단수 προσαναγράφωμαι

προσαναγράφῃ

προσαναγράφηται

쌍수 προσαναγράφησθον

προσαναγράφησθον

복수 προσαναγραφώμεθα

προσαναγράφησθε

προσαναγράφωνται

기원법단수 προσαναγραφοίμην

προσαναγράφοιο

προσαναγράφοιτο

쌍수 προσαναγράφοισθον

προσαναγραφοίσθην

복수 προσαναγραφοίμεθα

προσαναγράφοισθε

προσαναγράφοιντο

명령법단수 προσαναγράφου

προσαναγραφέσθω

쌍수 προσαναγράφεσθον

προσαναγραφέσθων

복수 προσαναγράφεσθε

προσαναγραφέσθων, προσαναγραφέσθωσαν

부정사 προσαναγράφεσθαι

분사 남성여성중성
προσαναγραφομενος

προσαναγραφομενου

προσαναγραφομενη

προσαναγραφομενης

προσαναγραφομενον

προσαναγραφομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to record besides

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION