- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προκενόω?

ο 축약 동사; 로마알파벳 전사: prokenoō 고전 발음: [로께노오:] 신약 발음: [로깨노오]

기본형: προκενόω προκενώσω

형태분석: προ (접두사) + κενό (어간) + ω (인칭어미)

  1. to empty beforehand

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προκενῶ

προκενοῖς

προκενοῖ

쌍수 προκενοῦτον

προκενοῦτον

복수 προκενοῦμεν

προκενοῦτε

προκενοῦσι(ν)

접속법단수 προκενῶ

προκενοῖς

προκενοῖ

쌍수 προκενῶτον

προκενῶτον

복수 προκενῶμεν

προκενῶτε

προκενῶσι(ν)

기원법단수 προκενοῖμι

προκενοῖς

προκενοῖ

쌍수 προκενοῖτον

προκενοίτην

복수 προκενοῖμεν

προκενοῖτε

προκενοῖεν

명령법단수 προκένου

προκενούτω

쌍수 προκενοῦτον

προκενούτων

복수 προκενοῦτε

προκενούντων, προκενούτωσαν

부정사 προκενοῦν

분사 남성여성중성
προκενων

προκενουντος

προκενουσα

προκενουσης

προκενουν

προκενουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προκενοῦμαι

προκενοῖ

προκενοῦται

쌍수 προκενοῦσθον

προκενοῦσθον

복수 προκενούμεθα

προκενοῦσθε

προκενοῦνται

접속법단수 προκενῶμαι

προκενοῖ

προκενῶται

쌍수 προκενῶσθον

προκενῶσθον

복수 προκενώμεθα

προκενῶσθε

προκενῶνται

기원법단수 προκενοίμην

προκενοῖο

προκενοῖτο

쌍수 προκενοῖσθον

προκενοίσθην

복수 προκενοίμεθα

προκενοῖσθε

προκενοῖντο

명령법단수 προκενοῦ

προκενούσθω

쌍수 προκενοῦσθον

προκενούσθων

복수 προκενοῦσθε

προκενούσθων, προκενούσθωσαν

부정사 προκενοῦσθαι

분사 남성여성중성
προκενουμενος

προκενουμενου

προκενουμενη

προκενουμενης

προκενουμενον

προκενουμενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to empty beforehand

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION