Ancient Greek-English Dictionary Language

πόρπαξ

Third declension Noun; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: πόρπαξ πόρπακος

Structure: πορπακ (Stem) + ς (Ending)

Sense

  1. the handle
  2. part of a horse's headgear

Declension

Third declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • ἀναπληρώσασ δὲ τὸ πολίτευμα τοῖσ χαριεστάτοισ τῶν περιοίκων ὁπλίτασ τετρακισχιλίουσ ἐποίησε, καὶ διδάξασ αὐτοὺσ ἀντὶ δόρατοσ χρῆσθαι σαρίσῃ δι’ ἀμφοτέρων καὶ τὴν ἀσπίδα φορεῖν δι’’ ὀχάνησ, μὴ διὰ πόρπακοσ, ἐπὶ τὴν παιδείαν τῶν νέων ἐτράπη καὶ τὴν λεγομένην ἀγωγήν, ἧσ τὰ πλεῖστα παρὼν ὁ Σφαῖροσ αὐτῷ συγκαθίστη, ταχὺ τὸν προσήκοντα τῶν τε γυμνασίων καὶ τῶν συσσιτίων κόσμον ἀναλαμβανόντων, καὶ συστελλομένων ὀλίγων μὲν ὑπ’ ἀνάγκησ, ἑκουσίωσ δὲ τῶν πλείστων εἰσ τὴν εὐτελῆ καὶ Λακωνικὴν ἐκείνην δίαιταν. (Plutarch, Cleomenes, chapter 11 2:1)
  • ἀλλ’ αὐτό μοι σύ, παῖ, λαβὼν ἐπώνυμον, Εὐρύσακεσ, ἴσχε διὰ πολυρράφου στρέφων πόρπακοσ, ἑπτάβοιον ἄρρηκτον σάκοσ· (Sophocles, Ajax, episode 3:13)
  • προσηγόρευεν, ὡσ μὴ δυναμένουσ κρατεῖν αὐτῆσ, ἂν μὴ τὴν χεῖρα διὰ πόρπακοσ ἔχωσι. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 18 2:1)
  • προσηγόρευεν, ὡσ μὴ δυναμένουσ κρατεῖν αὐτῆσ, ἂν μὴ τὴν χεῖρα διὰ πόρπακοσ ἔχωσι. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 183)

Synonyms

  1. the handle

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION