헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολύοχλος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πολύοχλος πολύοχλον

형태분석: πολυοχλ (어간) + ος (어미)

  1. much-peopled, populous
  2. very numerous

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολύοχλος

(이)가

πολύοχλον

(것)가

속격 πολυόχλου

(이)의

πολυόχλου

(것)의

여격 πολυόχλῳ

(이)에게

πολυόχλῳ

(것)에게

대격 πολύοχλον

(이)를

πολύοχλον

(것)를

호격 πολύοχλε

(이)야

πολύοχλον

(것)야

쌍수주/대/호 πολυόχλω

(이)들이

πολυόχλω

(것)들이

속/여 πολυόχλοιν

(이)들의

πολυόχλοιν

(것)들의

복수주격 πολύοχλοι

(이)들이

πολύοχλα

(것)들이

속격 πολυόχλων

(이)들의

πολυόχλων

(것)들의

여격 πολυόχλοις

(이)들에게

πολυόχλοις

(것)들에게

대격 πολυόχλους

(이)들을

πολύοχλα

(것)들을

호격 πολύοχλοι

(이)들아

πολύοχλα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὠνὴν καὶ πρᾶσιν διατρῖβον, ἄλλο δὲ τὸ περὶ τὴν θάλατταν, καὶ τούτου τὸ μὲν πολεμικὸν τὸ δὲ χρηματιστικὸν τὸ δὲ πορθμευτικὸν τὸ δ’ ἁλιευτικόν πολλαχοῦ γὰρ ἕκαστα τούτων πολύοχλα, οἱο͂ν ἁλιεῖσ μὲν ἐν Τάραντι καὶ Βυζαντίῳ, τριηρικὸν δὲ Ἀθήνησιν, ἐμπορικὸν δὲ ἐν Αἰγίνῃ καὶ Χίῳ, πορθμευτικὸν δ’ ἐν Τενέδῳ, πρὸσ δὲ τούτοισ τὸ χερνητικὸν καὶ τὸ μικρὰν ἔχον οὐσίαν ὥστε μὴ δύνασθαι σχολάζειν, ἔτι τὸ μὴ ἐξ ἀμφοτέρων πολιτῶν ἐλεύθερον, κἂν εἴ τι τοιοῦτον ἕτερον πλήθουσ εἶδοσ· (Aristotle, Politics, Book 4 72:1)

    (아리스토텔레스, 정치학, Book 4 72:1)

  • Ἀννίβασ δὲ ποιησάμενοσ ἑξῆσ ἐπὶ τέτταρασ ἡμέρασ τὴν πορείαν ἀπὸ τῆσ διαβάσεωσ ἧκε πρὸσ τὴν καλουμένην Νῆσον, χώραν πολύοχλον καὶ σιτοφόρον, ἔχουσαν δὲ τὴν προσηγορίαν ἀπ’ αὐτοῦ τοῦ συμπτώματοσ. (Polybius, Histories, book 3, chapter 49 5:1)

    (폴리비오스, Histories, book 3, chapter 49 5:1)

유의어

  1. much-peopled

  2. very numerous

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION