헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολυμερής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πολυμερής πολυμερές

형태분석: πολυμερη (어간) + ς (어미)

어원: me/ros

  1. 다수의, 여러 가지의, 다양한, 다채로운, 여러
  1. consisting of many parts, manifold, of divers kinds, in many portions

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολυμερής

다수의 (이)가

πολύμερες

다수의 (것)가

속격 πολυμερούς

다수의 (이)의

πολυμέρους

다수의 (것)의

여격 πολυμερεί

다수의 (이)에게

πολυμέρει

다수의 (것)에게

대격 πολυμερή

다수의 (이)를

πολύμερες

다수의 (것)를

호격 πολυμερές

다수의 (이)야

πολύμερες

다수의 (것)야

쌍수주/대/호 πολυμερεί

다수의 (이)들이

πολυμέρει

다수의 (것)들이

속/여 πολυμεροίν

다수의 (이)들의

πολυμέροιν

다수의 (것)들의

복수주격 πολυμερείς

다수의 (이)들이

πολυμέρη

다수의 (것)들이

속격 πολυμερών

다수의 (이)들의

πολυμέρων

다수의 (것)들의

여격 πολυμερέσιν*

다수의 (이)들에게

πολυμέρεσιν*

다수의 (것)들에게

대격 πολυμερείς

다수의 (이)들을

πολυμέρη

다수의 (것)들을

호격 πολυμερείς

다수의 (이)들아

πολυμέρη

다수의 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "εἶθ’ ὥσπερ ἀκόλουθον οὐ μαχόμενον τούτῳ τίθησι τὸ μὴ πᾶσαν ὕλην πρῶτον εἰσφέρειν τὸ λεπτότατον καὶ ἁπλούστατον, ἀλλ’ ἐνιαχῆ τὰ ἐμβριθῆ καὶ πολυμερῆ φθάνειν προανίσχοντα ταῖσ γενέσεσιν ἐκ τῆσ ὕλησ. (Plutarch, De defectu oraculorum, section 334)

    (플루타르코스, De defectu oraculorum, section 334)

  • Ὁ δὲ Καῖσαρ ἠσχολεῖτο μὲν ὑπ’ ἀνάγκησ ἐσ Πομπήιον, καὶ Πομπηίου καθαιρεθέντοσ ἐσ τὰ ὑπόλοιπα τῆσ ἐκείνου στάσεωσ πολυμερῆ γενόμενα, καταστησάμενοσ δὲ πάντα ἐπανῆλθεν ἐσ Ῥώμην, καὶ ἐστράτευεν ἐπὶ Γέτασ τε καὶ Παρθυαίουσ. (Appian, The Foreign Wars, chapter 3 2:1)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 3 2:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION