헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολυαρκής

3군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πολυαρκής πολυαρκές

형태분석: πολυαρκη (어간) + ς (어미)

어원: a)rke/w

  1. much-helpful, supplying many wants, durability

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολυαρκής

(이)가

πολύαρκες

(것)가

속격 πολυαρκούς

(이)의

πολυάρκους

(것)의

여격 πολυαρκεί

(이)에게

πολυάρκει

(것)에게

대격 πολυαρκή

(이)를

πολύαρκες

(것)를

호격 πολυαρκές

(이)야

πολύαρκες

(것)야

쌍수주/대/호 πολυαρκεί

(이)들이

πολυάρκει

(것)들이

속/여 πολυαρκοίν

(이)들의

πολυάρκοιν

(것)들의

복수주격 πολυαρκείς

(이)들이

πολυάρκη

(것)들이

속격 πολυαρκών

(이)들의

πολυάρκων

(것)들의

여격 πολυαρκέσιν*

(이)들에게

πολυάρκεσιν*

(것)들에게

대격 πολυαρκείς

(이)들을

πολυάρκη

(것)들을

호격 πολυαρκείς

(이)들아

πολυάρκη

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διελθόντεσ δὲ καὶ τούτουσ εἰσ τὸ πεδίον εἰσβάλλομεν τὸ Ἀχερούσιον, εὑρίσκομέν τε αὐτόθι τοὺσ ἡμιθέουσ τε καὶ τὰσ ἡρωΐνασ καὶ τὸν ἄλλον ὅμιλον τῶν νεκρῶν κατὰ ἔθνη καὶ κατὰ φῦλα διαιτωμένουσ, τοὺσ μὲν παλαιούσ τινασ καὶ εὐρωτιῶντασ καὶ ὥσ φησιν Ὅμηροσ, ἀμενηνούσ, τοὺσ δ’ ἔτι νεαλεῖσ καὶ συνεστηκότασ, καὶ μάλιστα τοὺσ Αἰγυπτίουσ αὐτῶν διὰ τὸ πολυαρκὲσ τῆσ ταριχείασ. (Lucian, Necyomantia, (no name) 15:1)

    (루키아노스, Necyomantia, (no name) 15:1)

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION