Ancient Greek-English Dictionary Language

περικλινής

Third declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: περικλινής περικλινές

Structure: περικλινη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: kli/nw

Sense

  1. sloping on all sides

Examples

  • ἐν τούτῳ δὲ Μάριοσ, ἦσαν γάρ ἐκ κεφαλῆσ τῶν βαρβάρων νάπαι περικλινεῖσ καὶ κατάσκιοι δρυμοῖσ αὐλῶνεσ, ἐνταῦθα Κλαύδιον Μάρκελλον ἐκπέμπει μετὰ τρισχιλίων ὁπλιτῶν, ἐνεδρεῦσαι κελεύσασ κρύφα καὶ μαχομένοισ ἐξόπισθεν ἐπιφανῆναι. (Plutarch, Caius Marius, chapter 20 4:1)
  • εἶχε δὲ καὶ σκοπὰσ περικλινεῖσ ἐπ’ ἀμφότερα, καὶ ναμάτων ὑπεφαίνοντο πηγαὶ καταρρεόντων, ἐθαύμαζον οὖν οἱ Ῥωμαῖοι Ἀννίβαν ὅτι πρῶτοσ ἐλὼν εὐφυᾶ τόπον οὕτωσ οὐ κατέσχεν, ἀλλ’ ἀπέλιπε τοῖσ πολεμίοισ. (Plutarch, Marcellus, chapter 29 2:2)

Synonyms

  1. sloping on all sides

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION