호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기
기본형: παρρησιαστικός παρρησιαστική παρρησιαστικόν
형태분석: παρρησιαστικ (어간) + ος (어미)
남성 | 여성 | 중성 | ||
---|---|---|---|---|
단수 | 주격 | παρρησιαστικός (이)가 | παρρησιαστική (이)가 | παρρησιαστικόν (것)가 |
속격 | παρρησιαστικοῦ (이)의 | παρρησιαστικῆς (이)의 | παρρησιαστικοῦ (것)의 | |
여격 | παρρησιαστικῷ (이)에게 | παρρησιαστικῇ (이)에게 | παρρησιαστικῷ (것)에게 | |
대격 | παρρησιαστικόν (이)를 | παρρησιαστικήν (이)를 | παρρησιαστικόν (것)를 | |
호격 | παρρησιαστικέ (이)야 | παρρησιαστική (이)야 | παρρησιαστικόν (것)야 | |
쌍수 | 주/대/호 | παρρησιαστικώ (이)들이 | παρρησιαστικά (이)들이 | παρρησιαστικώ (것)들이 |
속/여 | παρρησιαστικοῖν (이)들의 | παρρησιαστικαῖν (이)들의 | παρρησιαστικοῖν (것)들의 | |
복수 | 주격 | παρρησιαστικοί (이)들이 | παρρησιαστικαί (이)들이 | παρρησιαστικά (것)들이 |
속격 | παρρησιαστικῶν (이)들의 | παρρησιαστικῶν (이)들의 | παρρησιαστικῶν (것)들의 | |
여격 | παρρησιαστικοῖς (이)들에게 | παρρησιαστικαῖς (이)들에게 | παρρησιαστικοῖς (것)들에게 | |
대격 | παρρησιαστικούς (이)들을 | παρρησιαστικάς (이)들을 | παρρησιαστικά (것)들을 | |
호격 | παρρησιαστικοί (이)들아 | παρρησιαστικαί (이)들아 | παρρησιαστικά (것)들아 |
원급 | 비교급 | 최상급 | |
---|---|---|---|
형용사 |
παρρησιαστικός παρρησιαστικοῦ (이)의 |
παρρησιαστικότερος παρρησιαστικοτεροῦ 더 (이)의 |
παρρησιαστικότατος παρρησιαστικοτατοῦ 가장 (이)의 |
부사 | παρρησιαστικώς | παρρησιαστικότερον | παρρησιαστικότατα |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
(루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 23:2)
(아리스토텔레스, 수사학, Book 2, chapter 5 11:3)
(디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, B, Kef. iz'. MENEDHMOS 4:4)
출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기
고전 발음: [] 신약 발음: []