헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παρενθήκη

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παρενθήκη

형태분석: παρενθηκ (어간) + η (어미)

  1. 가산, 추가, 증가
  1. something put in beside, an addition, appendix, by way of parenthesis

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 παρενθήκη

가산이

παρενθήκᾱ

가산들이

παρενθῆκαι

가산들이

속격 παρενθήκης

가산의

παρενθήκαιν

가산들의

παρενθηκῶν

가산들의

여격 παρενθήκῃ

가산에게

παρενθήκαιν

가산들에게

παρενθήκαις

가산들에게

대격 παρενθήκην

가산을

παρενθήκᾱ

가산들을

παρενθήκᾱς

가산들을

호격 παρενθήκη

가산아

παρενθήκᾱ

가산들아

παρενθῆκαι

가산들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀπόδρασιν γὰρ ᾤοντο τῆσ Μιθριδάτου διώξεωσ εἶναι, καὶ πρὸσ ἐκεῖνον ἠξίουν τρέπεσθαι τὸν ἀρχαῖον ἀνταγωνιστήν, αὖθισ ἀναζωπυροῦντα καὶ παρασκευαζόμενον, ὡσ ἀπηγγέλλετο, διὰ Σκυθῶν καὶ Παιόνων στρατὸν ἐλαύνειν ἐπὶ τὴν Ἰταλίαν, ὁ δὲ ῥᾷον οἰόμενοσ αὐτοῦ καταλύσειν τὴν δύναμιν πολεμοῦντοσ ἢ τὸ σῶμα λήψεσθαι φεύγοντοσ, οὐκ ἐβούλετο τρίβεσθαι μάτην περὶ τὴν δίωξιν, ἑτέρασ δὲ τοῦ πολέμου παρενθήκασ ἐποιεῖτο καὶ τὸν χρόνον εἷλκεν. (Plutarch, Pompey, chapter 41 2:1)

    (플루타르코스, Pompey, chapter 41 2:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION