- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παλαστιαῖος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: palastiaios 고전 발음: [빨라띠아] 신약 발음: [빨라띠애오]

기본형: παλαστιαῖος παλαστιαῖη παλαστιαῖον

형태분석: παλαστιαι (어간) + ος (어미)

어원: from παλαστη

  1. a palm long or broad

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 παλαστιαῖος

(이)가

παλαστιαία

(이)가

παλαστιαῖον

(것)가

속격 παλαστιαίου

(이)의

παλαστιαίας

(이)의

παλαστιαίου

(것)의

여격 παλαστιαίῳ

(이)에게

παλαστιαίᾳ

(이)에게

παλαστιαίῳ

(것)에게

대격 παλαστιαῖον

(이)를

παλαστιαίαν

(이)를

παλαστιαῖον

(것)를

호격 παλαστιαῖε

(이)야

παλαστιαία

(이)야

παλαστιαῖον

(것)야

쌍수주/대/호 παλαστιαίω

(이)들이

παλαστιαία

(이)들이

παλαστιαίω

(것)들이

속/여 παλαστιαίοιν

(이)들의

παλαστιαίαιν

(이)들의

παλαστιαίοιν

(것)들의

복수주격 παλαστιαῖοι

(이)들이

παλαστιαῖαι

(이)들이

παλαστιαῖα

(것)들이

속격 παλαστιαίων

(이)들의

παλαστιαιῶν

(이)들의

παλαστιαίων

(것)들의

여격 παλαστιαίοις

(이)들에게

παλαστιαίαις

(이)들에게

παλαστιαίοις

(것)들에게

대격 παλαστιαίους

(이)들을

παλαστιαίας

(이)들을

παλαστιαῖα

(것)들을

호격 παλαστιαῖοι

(이)들아

παλαστιαῖαι

(이)들아

παλαστιαῖα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. a palm long or broad

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION