헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὀχλοποιέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὀχλοποιέω

형태분석: ὀχλοποιέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to make a riot

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ὀχλοποίω

ὀχλοποίεις

ὀχλοποίει

쌍수 ὀχλοποίειτον

ὀχλοποίειτον

복수 ὀχλοποίουμεν

ὀχλοποίειτε

ὀχλοποίουσιν*

접속법단수 ὀχλοποίω

ὀχλοποίῃς

ὀχλοποίῃ

쌍수 ὀχλοποίητον

ὀχλοποίητον

복수 ὀχλοποίωμεν

ὀχλοποίητε

ὀχλοποίωσιν*

기원법단수 ὀχλοποίοιμι

ὀχλοποίοις

ὀχλοποίοι

쌍수 ὀχλοποίοιτον

ὀχλοποιοίτην

복수 ὀχλοποίοιμεν

ὀχλοποίοιτε

ὀχλοποίοιεν

명령법단수 ὀχλοποῖει

ὀχλοποιεῖτω

쌍수 ὀχλοποίειτον

ὀχλοποιεῖτων

복수 ὀχλοποίειτε

ὀχλοποιοῦντων, ὀχλοποιεῖτωσαν

부정사 ὀχλοποίειν

분사 남성여성중성
ὀχλοποιων

ὀχλοποιουντος

ὀχλοποιουσα

ὀχλοποιουσης

ὀχλοποιουν

ὀχλοποιουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ὀχλοποίουμαι

ὀχλοποίει, ὀχλοποίῃ

ὀχλοποίειται

쌍수 ὀχλοποίεισθον

ὀχλοποίεισθον

복수 ὀχλοποιοῦμεθα

ὀχλοποίεισθε

ὀχλοποίουνται

접속법단수 ὀχλοποίωμαι

ὀχλοποίῃ

ὀχλοποίηται

쌍수 ὀχλοποίησθον

ὀχλοποίησθον

복수 ὀχλοποιώμεθα

ὀχλοποίησθε

ὀχλοποίωνται

기원법단수 ὀχλοποιοίμην

ὀχλοποίοιο

ὀχλοποίοιτο

쌍수 ὀχλοποίοισθον

ὀχλοποιοίσθην

복수 ὀχλοποιοίμεθα

ὀχλοποίοισθε

ὀχλοποίοιντο

명령법단수 ὀχλοποίου

ὀχλοποιεῖσθω

쌍수 ὀχλοποίεισθον

ὀχλοποιεῖσθων

복수 ὀχλοποίεισθε

ὀχλοποιεῖσθων, ὀχλοποιεῖσθωσαν

부정사 ὀχλοποίεισθαι

분사 남성여성중성
ὀχλοποιουμενος

ὀχλοποιουμενου

ὀχλοποιουμενη

ὀχλοποιουμενης

ὀχλοποιουμενον

ὀχλοποιουμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to make a riot

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION