헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὀργιαστικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὀργιαστικός ὀργιαστική ὀργιαστικόν

형태분석: ὀργιαστικ (어간) + ος (어미)

어원: from o)rgia/zw

  1. fit for orgies, exciting

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ὀργιαστικός

(이)가

ὀργιαστική

(이)가

ὀργιαστικόν

(것)가

속격 ὀργιαστικοῦ

(이)의

ὀργιαστικῆς

(이)의

ὀργιαστικοῦ

(것)의

여격 ὀργιαστικῷ

(이)에게

ὀργιαστικῇ

(이)에게

ὀργιαστικῷ

(것)에게

대격 ὀργιαστικόν

(이)를

ὀργιαστικήν

(이)를

ὀργιαστικόν

(것)를

호격 ὀργιαστικέ

(이)야

ὀργιαστική

(이)야

ὀργιαστικόν

(것)야

쌍수주/대/호 ὀργιαστικώ

(이)들이

ὀργιαστικᾱ́

(이)들이

ὀργιαστικώ

(것)들이

속/여 ὀργιαστικοῖν

(이)들의

ὀργιαστικαῖν

(이)들의

ὀργιαστικοῖν

(것)들의

복수주격 ὀργιαστικοί

(이)들이

ὀργιαστικαί

(이)들이

ὀργιαστικά

(것)들이

속격 ὀργιαστικῶν

(이)들의

ὀργιαστικῶν

(이)들의

ὀργιαστικῶν

(것)들의

여격 ὀργιαστικοῖς

(이)들에게

ὀργιαστικαῖς

(이)들에게

ὀργιαστικοῖς

(것)들에게

대격 ὀργιαστικούς

(이)들을

ὀργιαστικᾱ́ς

(이)들을

ὀργιαστικά

(것)들을

호격 ὀργιαστικοί

(이)들아

ὀργιαστικαί

(이)들아

ὀργιαστικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔτι δὲ οὐκ ἔστιν ὁ αὐλὸσ ἠθικὸν ἀλλὰ μᾶλλον ὀργιαστικόν, ὥστε πρὸσ τοὺσ τοιούτουσ αὐτῷ καιροὺσ χρηστέον ἐν οἷσ ἡ θεωρία κάθαρσιν μᾶλλον δύναται ἢ μάθησιν. (Aristotle, Politics, Book 8 96:1)

    (아리스토텔레스, 정치학, Book 8 96:1)

  • ἄμφω γὰρ ὀργιαστικὰ καὶ παθητικά· (Aristotle, Politics, Book 8 121:2)

    (아리스토텔레스, 정치학, Book 8 121:2)

  • οἱ μὲν οὖν Ἕλληνεσ οἱ πλεῖστοι τῷ Διονύσῳ προσέθεσαν καὶ τῷ Ἀπόλλωνι καὶ τῇ Ἑκάτῃ καὶ ταῖσ Μούσαισ καὶ Δήμητρι, νὴ Δία, τὸ ὀργιαστικὸν πᾶν καὶ τὸ βακχικὸν καὶ τὸ χορικὸν καὶ τὸ περὶ τὰσ τελετὰσ μυστικόν, Ιἄκχόν τε καὶ τὸν Διόνυσον καλοῦσι καὶ τὸν ἀρχηγέτην τῶν μυστηρίων, τῆσ Δήμητροσ δαίμονα· (Strabo, Geography, Book 10, chapter 3 18:4)

    (스트라본, 지리학, Book 10, chapter 3 18:4)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION