Ancient Greek-English Dictionary Language

ὀπισθοφύλαξ

Third declension Noun; Transliteration:

Principal Part: ὀπισθοφύλαξ ὀπισθοφύλακος

Structure: ὀπισθοφυλακ (Stem) + ς (Ending)

Sense

  1. one who guards the rear, the rear-guard

Examples

  • Ξενοφῶν δὲ ἔχων τοὺσ ὀπισθοφύλακασ ἡγεῖτο πρὸσ τὴν φανερὰν ἔκβασιν, ὅπωσ ταύτῃ τῇ ὁδῷ οἱ πολέμιοι προσέχοιεν τὸν νοῦν καὶ ὡσ μάλιστα λάθοιεν οἱ περιιόντεσ. (Xenophon, Anabasis, , chapter 2 3:3)
  • οἱ δ’ ἄρα ἀπὸ τοῦ ἄκρου καθορῶντεσ τὰ ὄπισθεν γιγνόμενα πάντεσ ἐπὶ τοὺσ ὀπισθοφύλακασ ἐχώρουν. (Xenophon, Anabasis, , chapter 2 16:2)
  • καὶ ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ ἦλθεν Ἀρχαγόρασ ὁ Ἀργεῖοσ πεφευγὼσ καὶ λέγει ὡσ ἀπεκόπησαν ἀπὸ τοῦ λόφου καὶ ὅτι τεθνᾶσι Κηφισόδωροσ καὶ Ἀμφικράτησ καὶ ἄλλοι ὅσοι μὴ ἁλόμενοι κατὰ τῆσ πέτρασ πρὸσ τοὺσ ὀπισθοφύλακασ ἀφίκοντο. (Xenophon, Anabasis, , chapter 2 18:1)
  • οἱ δὲ Καρδοῦχοι ὡσ ἑώρων τοὺσ ὀπισθοφύλακασ τοῦ ὄχλου ψιλουμένουσ καὶ ὀλίγουσ ἤδη φαινομένουσ, θᾶττον δὴ ἐπῇσαν ᾠδάσ τινασ ᾄδοντεσ. (Xenophon, Anabasis, , chapter 3 29:1)
  • ὁ δὲ Ξενοφῶν ἔχων ὀπισθοφύλακασ ὡσ ᾔσθετο, ἐδεῖτο αὐτῶν πάσῃ τέχνῃ καὶ μηχανῇ μὴ ἀπολείπεσθαι, λέγων ὅτι ἕπονται πολλοὶ πολέμιοι συνειλεγμένοι, καὶ τελευτῶν ἐχαλέπαινεν. (Xenophon, Anabasis, , chapter 5 17:1)

Synonyms

  1. one who guards the rear

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION