Ancient Greek-English Dictionary Language

ὀκτώπους

Third declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ὀκτώπους

Structure: ὀκτωποδ (Stem) + ς (Ending)

Sense

  1. eight-footed

Examples

  • δεῖ ἄρα τὴν τοῦ ὀκτώποδοσ χωρίου γραμμὴν μείζω μὲν εἶναι τῆσδε τῆσ δίποδοσ, ἐλάττω δὲ τῆσ τετράποδοσ. (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 83:8)
  • ὅτι τὸ μὲν πρῶτον ᾔδει μὲν οὔ, ἥτισ ἐστὶν ἡ τοῦ ὀκτώποδοσ χωρίου γραμμή, ὥσπερ οὐδὲ νῦν πω οἶδεν, ἀλλ’ οὖν ᾤετό γ’ αὐτὴν τότε εἰδέναι, καὶ θαρραλέωσ ἀπεκρίνετο ὡσ εἰδώσ, καὶ οὐχ ἡγεῖτο ἀπορεῖν· (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 86:3)

Synonyms

  1. eight-footed

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION