헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νιφόεις

1/3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: νιφόεις νιφόεσσα νιφόεν

형태분석: νιφοεντ (어간) + ος (어미)

어원: ni/fa

  1. 눈 내리는, 눈 오는, 눈에 관한, 눈의
  1. snowy, snowclad, snowcapt

곡용 정보

1/3군 변화
남성 여성 중성
단수주격 νιφόεις

눈 내리는 (이)가

νιφόεσσα

눈 내리는 (이)가

νιφόεν

눈 내리는 (것)가

속격 νιφόεντος

눈 내리는 (이)의

νιφοέσσης

눈 내리는 (이)의

νιφόεντος

눈 내리는 (것)의

여격 νιφόεντι

눈 내리는 (이)에게

νιφοέσσῃ

눈 내리는 (이)에게

νιφόεντι

눈 내리는 (것)에게

대격 νιφόεντα

눈 내리는 (이)를

νιφόεσσαν

눈 내리는 (이)를

νιφόεν

눈 내리는 (것)를

호격 νιφόεν

눈 내리는 (이)야

νιφόεσσα

눈 내리는 (이)야

νιφόεν

눈 내리는 (것)야

쌍수주/대/호 νιφόεντε

눈 내리는 (이)들이

νιφοέσσᾱ

눈 내리는 (이)들이

νιφόεντε

눈 내리는 (것)들이

속/여 νιφοέντοιν

눈 내리는 (이)들의

νιφοέσσαιν

눈 내리는 (이)들의

νιφοέντοιν

눈 내리는 (것)들의

복수주격 νιφόεντες

눈 내리는 (이)들이

νιφοέσσαι

눈 내리는 (이)들이

νιφόεντα

눈 내리는 (것)들이

속격 νιφοέντων

눈 내리는 (이)들의

νιφοεσσῶν

눈 내리는 (이)들의

νιφοέντων

눈 내리는 (것)들의

여격 νιφόεσιν*

눈 내리는 (이)들에게

νιφοέσσαις

눈 내리는 (이)들에게

νιφόεσιν*

눈 내리는 (것)들에게

대격 νιφόεντας

눈 내리는 (이)들을

νιφοέσσᾱς

눈 내리는 (이)들을

νιφόεντα

눈 내리는 (것)들을

호격 νιφόεντες

눈 내리는 (이)들아

νιφοέσσαι

눈 내리는 (이)들아

νιφόεντα

눈 내리는 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἥβην δ’ Ἀλκμήνησ καλλισφύρου ἄλκιμοσ υἱόσ, ἲσ Ἡρακλῆοσ, τελέσασ στονόεντασ ἀέθλουσ, παῖδα Διὸσ μεγάλοιο καὶ Ἥρησ χρυσοπεδίλου, αἰδοίην θέτ’ ἄκοιτιν ἐν Οὐλύμπῳ νιφόεντι, ὄλβιοσ, ὃσ μέγα ἔργον ἐν ἀθανάτοισιν ἀνύσσασ ναίει ἀπήμαντοσ καὶ ἀγήραοσ ἤματα πάντα. (Hesiod, Theogony, Book Th. 100:1)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 100:1)

  • χαίροι μὲν Διόνυσοσ, ὃν ἐν Δρακάνῳ νιφόεντι Ζεὺσ ὕπατοσ μεγάλαν ἐπιγουνίδα κάτθετο λύσασ· (Theocritus, Idylls, 20)

    (테오크리토스, Idylls, 20)

  • ἦ ῥα, καὶ ὁρμήθη ὄρεϊ νιφόεντι ἐοικὼσ κεκλήγων, διὰ δὲ Τρώων πέτετ’ ἠδ’ ἐπικούρων. (Homer, Iliad, Book 13 71:1)

    (호메로스, 일리아스, Book 13 71:1)

  • ἐν δ’ Ἀχιλεὺσ Τρώεσσι θόρε φρεσὶν εἱμένοσ ἀλκὴν σμερδαλέα ἰάχων, πρῶτον δ’ ἕλεν Ἰφιτίωνα ἐσθλὸν Ὀτρυντεί̈δην πολέων ἡγήτορα λαῶν, ὃν νύμφη τέκε νηὶ̈σ Ὀτρυντῆϊ πτολιπόρθῳ Τμώλῳ ὕπο νιφόεντι Ὕδησ ἐν πίονι δήμῳ· (Homer, Iliad, Book 20 36:2)

    (호메로스, 일리아스, Book 20 36:2)

  • " ἡ μὲν γάρ ἐστιν ἐν Λυδίᾳ "Τμώλῳ "ὑπὸ νιφόεντι, Ὕδησ ἐν πίονι δήμῳ," ἡ δὲ Βοιωτιακή· (Strabo, Geography, Book 9, chapter 2 34:3)

    (스트라본, 지리학, Book 9, chapter 2 34:3)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION