- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νάσσω?

비축약 동사; 로마알파벳 전사: nassō 고전 발음: [나소:] 신약 발음: [나소]

기본형: νάσσω

형태분석: νάσς (어간) + ω (인칭어미)

  1. to press or squeeze close, stamp down

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 νάσσω

νάσσεις

νάσσει

쌍수 νάσσετον

νάσσετον

복수 νάσσομεν

νάσσετε

νάσσουσι(ν)

접속법단수 νάσσω

νάσσῃς

νάσσῃ

쌍수 νάσσητον

νάσσητον

복수 νάσσωμεν

νάσσητε

νάσσωσι(ν)

기원법단수 νάσσοιμι

νάσσοις

νάσσοι

쌍수 νάσσοιτον

νασσοίτην

복수 νάσσοιμεν

νάσσοιτε

νάσσοιεν

명령법단수 νάσσε

νασσέτω

쌍수 νάσσετον

νασσέτων

복수 νάσσετε

νασσόντων, νασσέτωσαν

부정사 νάσσειν

분사 남성여성중성
νασσων

νασσοντος

νασσουσα

νασσουσης

νασσον

νασσοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 νάσσομαι

νάσσει, νάσσῃ

νάσσεται

쌍수 νάσσεσθον

νάσσεσθον

복수 νασσόμεθα

νάσσεσθε

νάσσονται

접속법단수 νάσσωμαι

νάσσῃ

νάσσηται

쌍수 νάσσησθον

νάσσησθον

복수 νασσώμεθα

νάσσησθε

νάσσωνται

기원법단수 νασσοίμην

νάσσοιο

νάσσοιτο

쌍수 νάσσοισθον

νασσοίσθην

복수 νασσοίμεθα

νάσσοισθε

νάσσοιντο

명령법단수 νάσσου

νασσέσθω

쌍수 νάσσεσθον

νασσέσθων

복수 νάσσεσθε

νασσέσθων, νασσέσθωσαν

부정사 νάσσεσθαι

분사 남성여성중성
νασσομενος

νασσομενου

νασσομενη

νασσομενης

νασσομενον

νασσομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἕκτῃ δ ἐπὶ δέκα τοῦ μηνὸς οἰνοχοεῖται τῆς Χαβρίου περὶ Νάξον ἐπινίκια ναυμαχίας: (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 7 3:5)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 7 3:5)

  • ἀλλ ἐν ᾧ Τιμόθεος Εὔβοιαν ἠλευθέρου καὶ Χαβρίας περὶ Νάξον ἐναυμάχει καὶ περὶ Λέχαιον Ἰφικράτης κατέκοπτε τὴν Λακεδαιμονίων μόραν, καὶ πᾶσαν ἐλευθερώσας πόλιν ὁ δῆμος ἰσόψηφον αὐτοῖς τὴν Ἑλλάδα κατέστησεν, οἴκοι καθῆστο βιβλίον ἀναπλάττων τοῖς ὀνόμασιν, ὅσῳ χρόνῳ τὰ προπύλαια Περικλῆς ἀνέστησε καὶ τοὺς ἑκατομπέδους. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 8 4:1)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 8 4:1)

  • Χαβρίου περὶ Νάξον ἐπινίκια ναυμαχίας: (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 7 12:1)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 7 12:1)

  • καὶ Νάξον ἑλὼν ἄρχοντα κατέστησε Λύγδαμιν. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 15 3:2)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 15 3:2)

  • οἱ δ Ἀθηναῖοι καὶ τήν περὶ Νάξον ἐνίκων ναυμαχίαν, ἧς Χαβρίας ἐστρατήγει, τοῦ Βοηδρομιῶνος περὶ τήν πανσέληνον, ἐν δὲ Σαλαμῖνι περὶ τὰς εἰκάδας, ὡς ἡμῖν ἐν τῷ Περὶ ἡμερῶν ἀποδέδεικται. (Plutarch, Camillus, chapter 19 3:2)

    (플루타르코스, Camillus, chapter 19 3:2)

유의어

  1. to press or squeeze close

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION