- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μυθολογέω?

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: mythologeō 고전 발음: [뮈톨로게오:] 신약 발음: [뮈톨로개오]

기본형: μυθολογέω μυθολογήσω

형태분석: μυθολογέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 말하다, 의견을 나누다, 대화하다
  1. to tell mythic tales or legends
  2. to tell as a legend or mythic tale, they are fabled, the legend goes
  3. to invent like a mythical tale, to frame an imaginary
  4. to tell stories, converse

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μυθολόγω

μυθολόγεις

μυθολόγει

쌍수 μυθολόγειτον

μυθολόγειτον

복수 μυθολόγουμεν

μυθολόγειτε

μυθολόγουσι(ν)

접속법단수 μυθολόγω

μυθολόγῃς

μυθολόγῃ

쌍수 μυθολόγητον

μυθολόγητον

복수 μυθολόγωμεν

μυθολόγητε

μυθολόγωσι(ν)

기원법단수 μυθολόγοιμι

μυθολόγοις

μυθολόγοι

쌍수 μυθολόγοιτον

μυθολογοίτην

복수 μυθολόγοιμεν

μυθολόγοιτε

μυθολόγοιεν

명령법단수 μυθολο῀γει

μυθολογεῖτω

쌍수 μυθολόγειτον

μυθολογεῖτων

복수 μυθολόγειτε

μυθολογοῦντων, μυθολογεῖτωσαν

부정사 μυθολόγειν

분사 남성여성중성
μυθολογων

μυθολογουντος

μυθολογουσα

μυθολογουσης

μυθολογουν

μυθολογουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μυθολόγουμαι

μυθολόγει, μυθολόγῃ

μυθολόγειται

쌍수 μυθολόγεισθον

μυθολόγεισθον

복수 μυθολογοῦμεθα

μυθολόγεισθε

μυθολόγουνται

접속법단수 μυθολόγωμαι

μυθολόγῃ

μυθολόγηται

쌍수 μυθολόγησθον

μυθολόγησθον

복수 μυθολογώμεθα

μυθολόγησθε

μυθολόγωνται

기원법단수 μυθολογοίμην

μυθολόγοιο

μυθολόγοιτο

쌍수 μυθολόγοισθον

μυθολογοίσθην

복수 μυθολογοίμεθα

μυθολόγοισθε

μυθολόγοιντο

명령법단수 μυθολόγου

μυθολογεῖσθω

쌍수 μυθολόγεισθον

μυθολογεῖσθων

복수 μυθολόγεισθε

μυθολογεῖσθων, μυθολογεῖσθωσαν

부정사 μυθολόγεισθαι

분사 남성여성중성
μυθολογουμενος

μυθολογουμενου

μυθολογουμενη

μυθολογουμενης

μυθολογουμενον

μυθολογουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μυθολογήσω

μυθολογήσεις

μυθολογήσει

쌍수 μυθολογήσετον

μυθολογήσετον

복수 μυθολογήσομεν

μυθολογήσετε

μυθολογήσουσι(ν)

기원법단수 μυθολογήσοιμι

μυθολογήσοις

μυθολογήσοι

쌍수 μυθολογήσοιτον

μυθολογησοίτην

복수 μυθολογήσοιμεν

μυθολογήσοιτε

μυθολογήσοιεν

부정사 μυθολογήσειν

분사 남성여성중성
μυθολογησων

μυθολογησοντος

μυθολογησουσα

μυθολογησουσης

μυθολογησον

μυθολογησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μυθολογήσομαι

μυθολογήσει, μυθολογήσῃ

μυθολογήσεται

쌍수 μυθολογήσεσθον

μυθολογήσεσθον

복수 μυθολογησόμεθα

μυθολογήσεσθε

μυθολογήσονται

기원법단수 μυθολογησοίμην

μυθολογήσοιο

μυθολογήσοιτο

쌍수 μυθολογήσοισθον

μυθολογησοίσθην

복수 μυθολογησοίμεθα

μυθολογήσοισθε

μυθολογήσοιντο

부정사 μυθολογήσεσθαι

분사 남성여성중성
μυθολογησομενος

μυθολογησομενου

μυθολογησομενη

μυθολογησομενης

μυθολογησομενον

μυθολογησομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἷς γοῦν οὕτω ῥᾳθύμως συνήγαγε τὰ πράγματα, οὔτε Σύρῳ τινὶ ἐντυχὼν οὔτε τὸ λεγόμενον δὴ τοῦτο τῶν ἐπὶ κουρείων τὰ τοιαῦτα μυθολογούντων ἀκούσας, ὥστε περὶ Εὐρώπου λέγων οὕτως ἔφη: (Lucian, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 242)

    (루키아노스, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 242)

  • καὶ γὰρ τοῦτο τῶν Νομᾶ πατρίων ἓν εἶναι λέγουσιν, ἐπὶ τὰς τῶν ἐτησίων ἀπολαύσεις καρπῶν τοὺς συνεργοὺς παραλαμβάνοντος, ἔνιοι δὲ τοῦτο ὑπόμνημα τῆς Κρονικῆς ἐκείνης ἰσονομίας ἀποσώζεσθαι μυθολογοῦσιν, ὡς μηδενὸς δούλου μηδὲ δεσπότου, πάντων δὲ συγγενῶν καὶ ἰσοτίμων νομιζομένων. (Plutarch, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 1 5:1)

    (플루타르코스, Comparison of Lycurgus and Numa, chapter 1 5:1)

  • διόπερ καὶ αὐτὸς ὑπὸ κενοδοξίας ἀπολιπεῖν τι σπουδάσας τοῖς μεθ ἡμᾶς, ἵνα μὴ μόνος ἄμοιρος ὦ τῆς ἐν τῷ μυθολογεῖν ἐλευθερίας, ἐπεὶ μηδὲν ἀληθὲς ἱστορεῖν εἶχον - οὐδὲν γὰρ ἐπεπόνθειν ἀξιόλογον - ἐπὶ τὸ ψεῦδος ἐτραπόμην πολὺ τῶν ἄλλων εὐγνωμονέστερον κἂν ἓν γὰρ δὴ τοῦτο ἀληθεύσω λέγων ὅτι ψεύδομαι. (Lucian, Verae Historiae, book 1 4:3)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 1 4:3)

  • "μικρὸν δὲ πρὸ ἡμῶν οἰκέτην τινὰ μυθολογοῦσιν αὐτοὶ οἱ Χῖοι ἀποδράντα ἐν τοῖς ὄρεσι τὰς διατριβὰς ποιεῖσθαι, ἀνδρεῖον δέ τινα ὄντα καὶ τὰ πολέμια ἐπιτυχῆ: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 81 1:62)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 81 1:62)

  • οἱ γὰρ ἐπὶ τὸ γράφειν ὁρμήσαντες οὐ περὶ τὴν ἀλήθειαν ἐσπούδασαν, καίτοι τοῦτο πρόχειρόν ἐστιν ἀεὶ τὸ ἐπάγγελμα, λόγων δὲ δύναμιν ἐπεδείκνυντο, καὶ καθ ὅντινα τρόπον ἐν τούτῳ παρευδοκιμήσειν τοὺς ἄλλους ὑπελάμβανον, κατὰ τοῦτον ἡρμόζοντο τινὲς μὲν ἐπὶ τὸ μυθολογεῖν τραπόμενοι, τινὲς δὲ πρὸς χάριν ἢ τὰς πόλεις ἢ τοὺς βασιλέας ἐπαινοῦντες: (Flavius Josephus, Contra Apionem, 29:2)

    (플라비우스 요세푸스, Contra Apionem, 29:2)

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION