고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: μονομαχικός μονομαχική μονομαχικόν
Structure: μονομαχικ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | μονομαχικός | μονομαχική | μονομαχικόν |
Genitive | μονομαχικοῦ | μονομαχικῆς | μονομαχικοῦ | |
Dative | μονομαχικῷ | μονομαχικῇ | μονομαχικῷ | |
Accusative | μονομαχικόν | μονομαχικήν | μονομαχικόν | |
Vocative | μονομαχικέ | μονομαχική | μονομαχικόν | |
Dual | N/A/V | μονομαχικώ | μονομαχικᾱ́ | μονομαχικώ |
G/D | μονομαχικοῖν | μονομαχικαῖν | μονομαχικοῖν | |
Plural | Nominative | μονομαχικοί | μονομαχικαί | μονομαχικά |
Genitive | μονομαχικῶν | μονομαχικῶν | μονομαχικῶν | |
Dative | μονομαχικοῖς | μονομαχικαῖς | μονομαχικοῖς | |
Accusative | μονομαχικούς | μονομαχικᾱ́ς | μονομαχικά | |
Vocative | μονομαχικοί | μονομαχικαί | μονομαχικά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | μονομαχικός μονομαχικοῦ | μονομαχικώτερος μονομαχικωτεροῦ | μονομαχικώτατος μονομαχικωτατοῦ |
Adverb | μονομαχικώς | μονομαχικώτερον | μονομαχικώτατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기