헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μοιχαλίς

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μοιχαλίς μοιχαλίδος

형태분석: μοιχαλιδ (어간) + ς (어미)

어원: = moixa/w

  1. 간통한 여자, 간통자, 매춘부
  1. an adulteress, adulterous

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 μοιχαλίς

간통한 여자가

μοιχαλίδε

간통한 여자들이

μοιχαλίδες

간통한 여자들이

속격 μοιχαλίδος

간통한 여자의

μοιχαλίδοιν

간통한 여자들의

μοιχαλίδων

간통한 여자들의

여격 μοιχαλίδι

간통한 여자에게

μοιχαλίδοιν

간통한 여자들에게

μοιχαλίσιν*

간통한 여자들에게

대격 μοιχαλίδα

간통한 여자를

μοιχαλίδε

간통한 여자들을

μοιχαλίδας

간통한 여자들을

호격 μοιχαλί

간통한 여자야

μοιχαλίδε

간통한 여자들아

μοιχαλίδες

간통한 여자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • α ὃσ ἐκβάλλει γυναῖκα ἀγαθήν, ἐκβάλλει τὰ ἀγαθά, ὁ δὲ κατέχων μοιχαλίδα ἄφρων καὶ ἀσεβήσ. (Septuagint, Liber Proverbiorum 18:23)

    (70인역 성경, 잠언 18:23)

  • τοιαύτη ὁδὸσ γυναικὸσ μοιχαλίδοσ, ἥ, ὅταν πράξῃ, ἀπονιψαμένη, οὐδέν φησι πεπραχέναι ἄτοπον. (Septuagint, Liber Proverbiorum 24:56)

    (70인역 성경, 잠언 24:56)

  • καὶ προσάξω πρὸσ ὑμᾶσ ἐν κρίσει καὶ ἔσομαι μάρτυσ ταχὺσ ἐπὶ τὰσ φαρμακοὺσ καὶ ἐπὶ τὰσ μοιχαλίδασ καὶ ἐπὶ τοὺσ ὀμνύοντασ τῷ ὀνόματί μου ἐπὶ ψεύδει καὶ ἐπὶ τοὺσ ἀποστεροῦντασ μισθὸν μισθωτοῦ καὶ τοὺσ καταδυναστεύοντασ χήραν καὶ τοὺσ κονδυλίζοντασ ὀρφανοὺσ καὶ τοὺσ ἐκκλίνοντασ κρίσιν προσηλύτου καὶ τοὺσ μὴ φοβουμένουσ με, λέγει Κύριοσ παντοκράτωρ. (Septuagint, Prophetia Malachiae 3:5)

    (70인역 성경, 말라키서 3:5)

  • καὶ ἐκδικήσω σε ἐκδικήσει μοιχαλίδοσ καὶ ἐκχεούσησ αἷμα καὶ θήσω σε ἐν αἵματι θυμοῦ καὶ ζήλου. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 16:38)

    (70인역 성경, 에제키엘서 16:38)

  • καὶ ἄνδρεσ δίκαιοι αὐτοὶ καὶ ἐκδικήσουσιν αὐτὰσ ἐκδικήσει μοιχαλίδοσ καὶ ἐκδικήσει αἵματοσ, ὅτι μοιχαλίδεσ εἰσί, καὶ αἷμα ἐν χερσὶν αὐτῶν. (Septuagint, Prophetia Ezechielis 23:45)

    (70인역 성경, 에제키엘서 23:45)

  • ὁ δὲ ἀποκριθεὶσ εἶπεν αὐτοῖσ Γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶσ σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ εἰ μὴ τὸ σημεῖον Ιὠνᾶ τοῦ προφήτου. (, chapter 11 77:1)

    (, chapter 11 77:1)

  • Γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶσ σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ εἰ μὴ τὸ σημεῖον Ιὠνᾶ. (, chapter 11 241:1)

    (, chapter 11 241:1)

  • ἄρα οὖν ζῶντοσ τοῦ ἀνδρὸσ μοιχαλὶσ χρηματίσει ἐὰν γένηται ἀνδρὶ ἑτέρῳ· (PROS RWMAIOUS, chapter 1 184:1)

    (PROS RWMAIOUS, chapter 1 184:1)

유의어

  1. 간통한 여자

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION