헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μεταρρέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μεταρρέω μεταρρεύσομαι

형태분석: μεταρρέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to flow differently, to change to and fro, ebb and flow

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετάρρω

μετάρρεις

μετάρρει

쌍수 μετάρρειτον

μετάρρειτον

복수 μετάρρουμεν

μετάρρειτε

μετάρρουσιν*

접속법단수 μετάρρω

μετάρρῃς

μετάρρῃ

쌍수 μετάρρητον

μετάρρητον

복수 μετάρρωμεν

μετάρρητε

μετάρρωσιν*

기원법단수 μετάρροιμι

μετάρροις

μετάρροι

쌍수 μετάρροιτον

μεταρροίτην

복수 μετάρροιμεν

μετάρροιτε

μετάρροιεν

명령법단수 μετᾶρρει

μεταρρεῖτω

쌍수 μετάρρειτον

μεταρρεῖτων

복수 μετάρρειτε

μεταρροῦντων, μεταρρεῖτωσαν

부정사 μετάρρειν

분사 남성여성중성
μεταρρων

μεταρρουντος

μεταρρουσα

μεταρρουσης

μεταρρουν

μεταρρουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μετάρρουμαι

μετάρρει, μετάρρῃ

μετάρρειται

쌍수 μετάρρεισθον

μετάρρεισθον

복수 μεταρροῦμεθα

μετάρρεισθε

μετάρρουνται

접속법단수 μετάρρωμαι

μετάρρῃ

μετάρρηται

쌍수 μετάρρησθον

μετάρρησθον

복수 μεταρρώμεθα

μετάρρησθε

μετάρρωνται

기원법단수 μεταρροίμην

μετάρροιο

μετάρροιτο

쌍수 μετάρροισθον

μεταρροίσθην

복수 μεταρροίμεθα

μετάρροισθε

μετάρροιντο

명령법단수 μετάρρου

μεταρρεῖσθω

쌍수 μετάρρεισθον

μεταρρεῖσθων

복수 μετάρρεισθε

μεταρρεῖσθων, μεταρρεῖσθωσαν

부정사 μετάρρεισθαι

분사 남성여성중성
μεταρρουμενος

μεταρρουμενου

μεταρρουμενη

μεταρρουμενης

μεταρρουμενον

μεταρρουμενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ μόνον δ’ ἐκ τοῦ περιτετάσθαι τὴν γαστέρα καὶ βαρύνεσθαι καὶ μεταρρεῖν ἄλλοτ’ εἰσ ἄλλα μέρη μετὰ κλύδωνοσ τὸ παραμένειν ἐπὶ πλέον ἐν αὐτῇ πάντωσ τοῖσ οὕτωσ ἔχουσι τεκμήραιτ’ ἄν τισ ἀλλὰ κἀκ τῶν ἐμέτων· (Galen, On the Natural Faculties., G, section 416)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., G, section 416)

  • ἐντεῦθεν γὰρ οὐκέτ’ εἰσ ἄλλο δύναται μεταρρεῖν, ὡσ· (Galen, On the Natural Faculties., G, section 1327)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., G, section 1327)

  • οὗτοι γὰρ καὶ ἑαυτοῖσ ὁμονοοῦσι καὶ ἀλλήλοισ, ἐπὶ τῶν αὐτῶν ὄντεσ ὡσ εἰπεῖν τῶν τοιούτων γὰρ μένει τὰ βουλήματα καὶ οὐ μεταρρεῖ ὥσπερ εὔριποσ, βούλονταί τε τὰ δίκαια καὶ τὰ συμφέροντα, τούτων δὲ καὶ κοινῇ ἐφίενται. (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 9 69:1)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 9 69:1)

  • ταύτην τὴν ῥοπὴν οὐκ ἤνεγκεν Δημήτριοσ, ἀλλ’ ὑπολαβὼν ἤδη μὲν ἀξιόμαχον εἶναι πάλιν Ἀλέξανδρον, μεταρρεῖν δὲ καὶ πᾶν τὸ ἔθνοσ εἰσ αὐτόν, ἀνεχώρησεν. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 137:4)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 137:4)

유의어

  1. to flow differently

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION