κόλλησις
3군 변화 명사; 여성
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
κόλλησις
κόλλησεως
형태분석:
κολλησι
(어간)
+
ς
(어미)
뜻
- a glueing or welding, a welding, the art of inlaying or damasking
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- φόβοσ Κυρίου ἀρχὴ ἀγαπήσεωσ αὐτοῦ, πίστισ δὲ ἀρχὴ κολλήσεωσ αὐτοῦ]. (Septuagint, Liber Sirach 25:12)
(70인역 성경, Liber Sirach 25:12)
- κατ’ Ἐμπεδοκλέα τοιαύτην γὰρ ἡ φιλία βούλεται ποιεῖν ἑνότητα καὶ σύμπηξιν, ἡ δὲ πολυφιλία διίστησι καὶ ἀποσπᾷ καὶ ἀποστρέφει, τῷ μετακαλεῖν καὶ μεταφέρειν ἄλλοτε πρὸσ ἄλλον οὐκ ἐῶσα κρᾶσιν οὐδὲ κόλλησιν εὐνοίασ ἐν τῇ συνηθείᾳ περιχυθείσῃ καὶ παγείσῃ γενέσθαι. (Plutarch, De amicorum multitudine, chapter, section 5 5:1)
(플루타르코스, De amicorum multitudine, chapter, section 5 5:1)
- "ἡ γὰρ περιπλοκὴ κωλύουσα τὴν διάλυσιν μᾶλλον ἐπιτείνει τὴν σύγκρουσιν, ὥστε μήτε μῖξιν εἶναι μήτε κόλλησιν ἀλλὰ ταραχὴν καὶ μάχην κατ’ αὐτοὺσ τὴν λεγομένην γένεσιν· (Plutarch, Adversus Colotem, section 10 1:10)
(플루타르코스, Adversus Colotem, section 10 1:10)
- ὥσπερ γὰρ τὰ συμπαγέντα, κἂν χαλάσῃ τὸ ἐχέκολλον, ἐνδέχεται πάλιν δεθῆναι καὶ συνελθεῖν, συμφυοῦσ δὲ σώματοσ ῥαγέντοσ ἢ σχισθέντοσ ἔργον ἐστὶ κόλλησιν εὑρεῖν καὶ σύμφυσιν οὕτωσ αἱ μὲν ὑπὸ χρείασ συνημμέναι φιλίαι κἂν διαστῶσιν οὐ χαλεπῶσ αὖθισ ἀναλαμβάνουσιν, ἀδελφοὶ δὲ τοῦ κατὰ φύσιν ἐκπεσόντεσ οὔτε ῥᾳδίωσ συνέρχονται, κἂν συνέλθωσι, ῥυπαρὰν καὶ ὕποπτον οὐλὴν αἱ διαλύσεισ ἐφέλκονται. (Plutarch, De fraterno amore, section 7 1:3)
(플루타르코스, De fraterno amore, section 7 1:3)
- ἔργον ἐστὶ κόλλησιν εὑρεῖν καὶ σύμφυσιν· (Plutarch, De fraterno amore, section 7 4:1)
(플루타르코스, De fraterno amore, section 7 4:1)