헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταναθεματίζω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καταναθεματίζω καταναθεματίσω

형태분석: κατ (접두사) + ἀναθεματίζ (어간) + ω (인칭어미)

어원: from katana/qema

  1. 저주하다, 마법을 걸다
  1. to curse

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταναθεματίζω

(나는) 저주한다

καταναθεματίζεις

(너는) 저주한다

καταναθεματίζει

(그는) 저주한다

쌍수 καταναθεματίζετον

(너희 둘은) 저주한다

καταναθεματίζετον

(그 둘은) 저주한다

복수 καταναθεματίζομεν

(우리는) 저주한다

καταναθεματίζετε

(너희는) 저주한다

καταναθεματίζουσιν*

(그들은) 저주한다

접속법단수 καταναθεματίζω

(나는) 저주하자

καταναθεματίζῃς

(너는) 저주하자

καταναθεματίζῃ

(그는) 저주하자

쌍수 καταναθεματίζητον

(너희 둘은) 저주하자

καταναθεματίζητον

(그 둘은) 저주하자

복수 καταναθεματίζωμεν

(우리는) 저주하자

καταναθεματίζητε

(너희는) 저주하자

καταναθεματίζωσιν*

(그들은) 저주하자

기원법단수 καταναθεματίζοιμι

(나는) 저주하기를 (바라다)

καταναθεματίζοις

(너는) 저주하기를 (바라다)

καταναθεματίζοι

(그는) 저주하기를 (바라다)

쌍수 καταναθεματίζοιτον

(너희 둘은) 저주하기를 (바라다)

καταναθεματιζοίτην

(그 둘은) 저주하기를 (바라다)

복수 καταναθεματίζοιμεν

(우리는) 저주하기를 (바라다)

καταναθεματίζοιτε

(너희는) 저주하기를 (바라다)

καταναθεματίζοιεν

(그들은) 저주하기를 (바라다)

명령법단수 καταναθεμάτιζε

(너는) 저주해라

καταναθεματιζέτω

(그는) 저주해라

쌍수 καταναθεματίζετον

(너희 둘은) 저주해라

καταναθεματιζέτων

(그 둘은) 저주해라

복수 καταναθεματίζετε

(너희는) 저주해라

καταναθεματιζόντων, καταναθεματιζέτωσαν

(그들은) 저주해라

부정사 καταναθεματίζειν

저주하는 것

분사 남성여성중성
καταναθεματιζων

καταναθεματιζοντος

καταναθεματιζουσα

καταναθεματιζουσης

καταναθεματιζον

καταναθεματιζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταναθεματίζομαι

(나는) 저주된다

καταναθεματίζει, καταναθεματίζῃ

(너는) 저주된다

καταναθεματίζεται

(그는) 저주된다

쌍수 καταναθεματίζεσθον

(너희 둘은) 저주된다

καταναθεματίζεσθον

(그 둘은) 저주된다

복수 καταναθεματιζόμεθα

(우리는) 저주된다

καταναθεματίζεσθε

(너희는) 저주된다

καταναθεματίζονται

(그들은) 저주된다

접속법단수 καταναθεματίζωμαι

(나는) 저주되자

καταναθεματίζῃ

(너는) 저주되자

καταναθεματίζηται

(그는) 저주되자

쌍수 καταναθεματίζησθον

(너희 둘은) 저주되자

καταναθεματίζησθον

(그 둘은) 저주되자

복수 καταναθεματιζώμεθα

(우리는) 저주되자

καταναθεματίζησθε

(너희는) 저주되자

καταναθεματίζωνται

(그들은) 저주되자

기원법단수 καταναθεματιζοίμην

(나는) 저주되기를 (바라다)

καταναθεματίζοιο

(너는) 저주되기를 (바라다)

καταναθεματίζοιτο

(그는) 저주되기를 (바라다)

쌍수 καταναθεματίζοισθον

(너희 둘은) 저주되기를 (바라다)

καταναθεματιζοίσθην

(그 둘은) 저주되기를 (바라다)

복수 καταναθεματιζοίμεθα

(우리는) 저주되기를 (바라다)

καταναθεματίζοισθε

(너희는) 저주되기를 (바라다)

καταναθεματίζοιντο

(그들은) 저주되기를 (바라다)

명령법단수 καταναθεματίζου

(너는) 저주되어라

καταναθεματιζέσθω

(그는) 저주되어라

쌍수 καταναθεματίζεσθον

(너희 둘은) 저주되어라

καταναθεματιζέσθων

(그 둘은) 저주되어라

복수 καταναθεματίζεσθε

(너희는) 저주되어라

καταναθεματιζέσθων, καταναθεματιζέσθωσαν

(그들은) 저주되어라

부정사 καταναθεματίζεσθαι

저주되는 것

분사 남성여성중성
καταναθεματιζομενος

καταναθεματιζομενου

καταναθεματιζομενη

καταναθεματιζομενης

καταναθεματιζομενον

καταναθεματιζομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταναθεματίσω

(나는) 저주하겠다

καταναθεματίσεις

(너는) 저주하겠다

καταναθεματίσει

(그는) 저주하겠다

쌍수 καταναθεματίσετον

(너희 둘은) 저주하겠다

καταναθεματίσετον

(그 둘은) 저주하겠다

복수 καταναθεματίσομεν

(우리는) 저주하겠다

καταναθεματίσετε

(너희는) 저주하겠다

καταναθεματίσουσιν*

(그들은) 저주하겠다

기원법단수 καταναθεματίσοιμι

(나는) 저주하겠기를 (바라다)

καταναθεματίσοις

(너는) 저주하겠기를 (바라다)

καταναθεματίσοι

(그는) 저주하겠기를 (바라다)

쌍수 καταναθεματίσοιτον

(너희 둘은) 저주하겠기를 (바라다)

καταναθεματισοίτην

(그 둘은) 저주하겠기를 (바라다)

복수 καταναθεματίσοιμεν

(우리는) 저주하겠기를 (바라다)

καταναθεματίσοιτε

(너희는) 저주하겠기를 (바라다)

καταναθεματίσοιεν

(그들은) 저주하겠기를 (바라다)

부정사 καταναθεματίσειν

저주할 것

분사 남성여성중성
καταναθεματισων

καταναθεματισοντος

καταναθεματισουσα

καταναθεματισουσης

καταναθεματισον

καταναθεματισοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταναθεματίσομαι

(나는) 저주되겠다

καταναθεματίσει, καταναθεματίσῃ

(너는) 저주되겠다

καταναθεματίσεται

(그는) 저주되겠다

쌍수 καταναθεματίσεσθον

(너희 둘은) 저주되겠다

καταναθεματίσεσθον

(그 둘은) 저주되겠다

복수 καταναθεματισόμεθα

(우리는) 저주되겠다

καταναθεματίσεσθε

(너희는) 저주되겠다

καταναθεματίσονται

(그들은) 저주되겠다

기원법단수 καταναθεματισοίμην

(나는) 저주되겠기를 (바라다)

καταναθεματίσοιο

(너는) 저주되겠기를 (바라다)

καταναθεματίσοιτο

(그는) 저주되겠기를 (바라다)

쌍수 καταναθεματίσοισθον

(너희 둘은) 저주되겠기를 (바라다)

καταναθεματισοίσθην

(그 둘은) 저주되겠기를 (바라다)

복수 καταναθεματισοίμεθα

(우리는) 저주되겠기를 (바라다)

καταναθεματίσοισθε

(너희는) 저주되겠기를 (바라다)

καταναθεματίσοιντο

(그들은) 저주되겠기를 (바라다)

부정사 καταναθεματίσεσθαι

저주될 것

분사 남성여성중성
καταναθεματισομενος

καταναθεματισομενου

καταναθεματισομενη

καταναθεματισομενης

καταναθεματισομενον

καταναθεματισομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατηνάθεματιζον

(나는) 저주하고 있었다

κατηνάθεματιζες

(너는) 저주하고 있었다

κατηνάθεματιζεν*

(그는) 저주하고 있었다

쌍수 κατηνάθεματιζετον

(너희 둘은) 저주하고 있었다

κατηναθε͂ματιζετην

(그 둘은) 저주하고 있었다

복수 κατηναθε͂ματιζομεν

(우리는) 저주하고 있었다

κατηνάθεματιζετε

(너희는) 저주하고 있었다

κατηνάθεματιζον

(그들은) 저주하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατηναθέματιζομην

(나는) 저주되고 있었다

κατηναθε͂ματιζου

(너는) 저주되고 있었다

κατηνάθεματιζετο

(그는) 저주되고 있었다

쌍수 κατηνάθεματιζεσθον

(너희 둘은) 저주되고 있었다

κατηναθε͂ματιζεσθην

(그 둘은) 저주되고 있었다

복수 κατηναθέματιζομεθα

(우리는) 저주되고 있었다

κατηνάθεματιζεσθε

(너희는) 저주되고 있었다

κατηναθε͂ματιζοντο

(그들은) 저주되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. 저주하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION