헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταγλωττίζω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καταγλωττίζω κατεγλώττισμαι

형태분석: καταγλωττίζ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to be talked down

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταγλωττίζω

καταγλωττίζεις

καταγλωττίζει

쌍수 καταγλωττίζετον

καταγλωττίζετον

복수 καταγλωττίζομεν

καταγλωττίζετε

καταγλωττίζουσιν*

접속법단수 καταγλωττίζω

καταγλωττίζῃς

καταγλωττίζῃ

쌍수 καταγλωττίζητον

καταγλωττίζητον

복수 καταγλωττίζωμεν

καταγλωττίζητε

καταγλωττίζωσιν*

기원법단수 καταγλωττίζοιμι

καταγλωττίζοις

καταγλωττίζοι

쌍수 καταγλωττίζοιτον

καταγλωττιζοίτην

복수 καταγλωττίζοιμεν

καταγλωττίζοιτε

καταγλωττίζοιεν

명령법단수 καταγλώττιζε

καταγλωττιζέτω

쌍수 καταγλωττίζετον

καταγλωττιζέτων

복수 καταγλωττίζετε

καταγλωττιζόντων, καταγλωττιζέτωσαν

부정사 καταγλωττίζειν

분사 남성여성중성
καταγλωττιζων

καταγλωττιζοντος

καταγλωττιζουσα

καταγλωττιζουσης

καταγλωττιζον

καταγλωττιζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταγλωττίζομαι

καταγλωττίζει, καταγλωττίζῃ

καταγλωττίζεται

쌍수 καταγλωττίζεσθον

καταγλωττίζεσθον

복수 καταγλωττιζόμεθα

καταγλωττίζεσθε

καταγλωττίζονται

접속법단수 καταγλωττίζωμαι

καταγλωττίζῃ

καταγλωττίζηται

쌍수 καταγλωττίζησθον

καταγλωττίζησθον

복수 καταγλωττιζώμεθα

καταγλωττίζησθε

καταγλωττίζωνται

기원법단수 καταγλωττιζοίμην

καταγλωττίζοιο

καταγλωττίζοιτο

쌍수 καταγλωττίζοισθον

καταγλωττιζοίσθην

복수 καταγλωττιζοίμεθα

καταγλωττίζοισθε

καταγλωττίζοιντο

명령법단수 καταγλωττίζου

καταγλωττιζέσθω

쌍수 καταγλωττίζεσθον

καταγλωττιζέσθων

복수 καταγλωττίζεσθε

καταγλωττιζέσθων, καταγλωττιζέσθωσαν

부정사 καταγλωττίζεσθαι

분사 남성여성중성
καταγλωττιζομενος

καταγλωττιζομενου

καταγλωττιζομενη

καταγλωττιζομενης

καταγλωττιζομενον

καταγλωττιζομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to be talked down

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION