헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἱστουργέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἱστουργέω ἱστουργήσω

형태분석: ἱστουργέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: from i(stourgo/s

  1. to work at the loom

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἱστούργω

ἱστούργεις

ἱστούργει

쌍수 ἱστούργειτον

ἱστούργειτον

복수 ἱστούργουμεν

ἱστούργειτε

ἱστούργουσιν*

접속법단수 ἱστούργω

ἱστούργῃς

ἱστούργῃ

쌍수 ἱστούργητον

ἱστούργητον

복수 ἱστούργωμεν

ἱστούργητε

ἱστούργωσιν*

기원법단수 ἱστούργοιμι

ἱστούργοις

ἱστούργοι

쌍수 ἱστούργοιτον

ἱστουργοίτην

복수 ἱστούργοιμεν

ἱστούργοιτε

ἱστούργοιεν

명령법단수 ἱστοῦργει

ἱστουργεῖτω

쌍수 ἱστούργειτον

ἱστουργεῖτων

복수 ἱστούργειτε

ἱστουργοῦντων, ἱστουργεῖτωσαν

부정사 ἱστούργειν

분사 남성여성중성
ἱστουργων

ἱστουργουντος

ἱστουργουσα

ἱστουργουσης

ἱστουργουν

ἱστουργουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἱστούργουμαι

ἱστούργει, ἱστούργῃ

ἱστούργειται

쌍수 ἱστούργεισθον

ἱστούργεισθον

복수 ἱστουργοῦμεθα

ἱστούργεισθε

ἱστούργουνται

접속법단수 ἱστούργωμαι

ἱστούργῃ

ἱστούργηται

쌍수 ἱστούργησθον

ἱστούργησθον

복수 ἱστουργώμεθα

ἱστούργησθε

ἱστούργωνται

기원법단수 ἱστουργοίμην

ἱστούργοιο

ἱστούργοιτο

쌍수 ἱστούργοισθον

ἱστουργοίσθην

복수 ἱστουργοίμεθα

ἱστούργοισθε

ἱστούργοιντο

명령법단수 ἱστούργου

ἱστουργεῖσθω

쌍수 ἱστούργεισθον

ἱστουργεῖσθων

복수 ἱστούργεισθε

ἱστουργεῖσθων, ἱστουργεῖσθωσαν

부정사 ἱστούργεισθαι

분사 남성여성중성
ἱστουργουμενος

ἱστουργουμενου

ἱστουργουμενη

ἱστουργουμενης

ἱστουργουμενον

ἱστουργουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἱστουργήσω

ἱστουργήσεις

ἱστουργήσει

쌍수 ἱστουργήσετον

ἱστουργήσετον

복수 ἱστουργήσομεν

ἱστουργήσετε

ἱστουργήσουσιν*

기원법단수 ἱστουργήσοιμι

ἱστουργήσοις

ἱστουργήσοι

쌍수 ἱστουργήσοιτον

ἱστουργησοίτην

복수 ἱστουργήσοιμεν

ἱστουργήσοιτε

ἱστουργήσοιεν

부정사 ἱστουργήσειν

분사 남성여성중성
ἱστουργησων

ἱστουργησοντος

ἱστουργησουσα

ἱστουργησουσης

ἱστουργησον

ἱστουργησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἱστουργήσομαι

ἱστουργήσει, ἱστουργήσῃ

ἱστουργήσεται

쌍수 ἱστουργήσεσθον

ἱστουργήσεσθον

복수 ἱστουργησόμεθα

ἱστουργήσεσθε

ἱστουργήσονται

기원법단수 ἱστουργησοίμην

ἱστουργήσοιο

ἱστουργήσοιτο

쌍수 ἱστουργήσοισθον

ἱστουργησοίσθην

복수 ἱστουργησοίμεθα

ἱστουργήσοισθε

ἱστουργήσοιντο

부정사 ἱστουργήσεσθαι

분사 남성여성중성
ἱστουργησομενος

ἱστουργησομενου

ἱστουργησομενη

ἱστουργησομενης

ἱστουργησομενον

ἱστουργησομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION