Ancient Greek-English Dictionary Language

γλῆνος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: γλῆνος

Structure: γλην (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from glh/nh

Sense

  1. things to stare at, shows, wonders

Examples

  • φοίνιαι δ’ ὁμοῦ γλῆναι γένει’ ἔτεγγον. (Plutarch, De amore prolis, section 5 1:2)
  • φοίνιαι δ’ ὁμοῦ γλῆναι γένει’ ἔτεγγον Ἡγησίασ δὲ διαλεγόμενοσ πολλοὺσ ἔπεισεν ἀποκαρτερῆσαι τῶν ἀκροωμένων. (Plutarch, De amore prolis, section 5 1:2)
  • φοίνιαι δ’ ὁμοῦ γλῆναι γένει’ ἔτελλον, οὐδ’ ἀνίεσαν φόνου μυδώσασ σταγόνασ, ἀλλ’ ὁμοῦ μέλασ ὄμβροσ χαλάζησ αἱματοῦσ ἐτέγγετο. (Sophocles, Oedipus Tyrannus, episode 1:19)
  • σὺν δ’ ἅμα πάντα, καὶ στόμα καὶ γλῆναι καὶ θέναρ, εἰπὲ πόσον. (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 14, chapter 7 1:2)
  • ἐκμαίνει χείλη με ῥοδόχροα, ποικιλόμυθα, ψυχοτακῆ στόματοσ νεκταρέου πρόθυρα, καὶ γλῆναι λασίαισιν ὑπ’ ὀφρύσιν ἀστράπτουσαι, σπλάγχνων ἡμετέρων δίκτυα καὶ παγίδεσ, καὶ μαζοὶ γλαγόεντεσ, ἐύζυγεσ, ἱμερόεντεσ, εὐφυέεσ, πάσησ τερπνότεροι κάλυκοσ. (Unknown, Greek Anthology, book 5, chapter 561)

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION