헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γελωτοποιέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: γελωτοποιέω

형태분석: γελωτοποιέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 창조하다, 제작하다, 만들다
  1. to create, make laughter

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 γελωτοποίω

(나는) 창조한다

γελωτοποίεις

(너는) 창조한다

γελωτοποίει

(그는) 창조한다

쌍수 γελωτοποίειτον

(너희 둘은) 창조한다

γελωτοποίειτον

(그 둘은) 창조한다

복수 γελωτοποίουμεν

(우리는) 창조한다

γελωτοποίειτε

(너희는) 창조한다

γελωτοποίουσιν*

(그들은) 창조한다

접속법단수 γελωτοποίω

(나는) 창조하자

γελωτοποίῃς

(너는) 창조하자

γελωτοποίῃ

(그는) 창조하자

쌍수 γελωτοποίητον

(너희 둘은) 창조하자

γελωτοποίητον

(그 둘은) 창조하자

복수 γελωτοποίωμεν

(우리는) 창조하자

γελωτοποίητε

(너희는) 창조하자

γελωτοποίωσιν*

(그들은) 창조하자

기원법단수 γελωτοποίοιμι

(나는) 창조하기를 (바라다)

γελωτοποίοις

(너는) 창조하기를 (바라다)

γελωτοποίοι

(그는) 창조하기를 (바라다)

쌍수 γελωτοποίοιτον

(너희 둘은) 창조하기를 (바라다)

γελωτοποιοίτην

(그 둘은) 창조하기를 (바라다)

복수 γελωτοποίοιμεν

(우리는) 창조하기를 (바라다)

γελωτοποίοιτε

(너희는) 창조하기를 (바라다)

γελωτοποίοιεν

(그들은) 창조하기를 (바라다)

명령법단수 γελωτοποῖει

(너는) 창조해라

γελωτοποιεῖτω

(그는) 창조해라

쌍수 γελωτοποίειτον

(너희 둘은) 창조해라

γελωτοποιεῖτων

(그 둘은) 창조해라

복수 γελωτοποίειτε

(너희는) 창조해라

γελωτοποιοῦντων, γελωτοποιεῖτωσαν

(그들은) 창조해라

부정사 γελωτοποίειν

창조하는 것

분사 남성여성중성
γελωτοποιων

γελωτοποιουντος

γελωτοποιουσα

γελωτοποιουσης

γελωτοποιουν

γελωτοποιουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 γελωτοποίουμαι

(나는) 창조된다

γελωτοποίει, γελωτοποίῃ

(너는) 창조된다

γελωτοποίειται

(그는) 창조된다

쌍수 γελωτοποίεισθον

(너희 둘은) 창조된다

γελωτοποίεισθον

(그 둘은) 창조된다

복수 γελωτοποιοῦμεθα

(우리는) 창조된다

γελωτοποίεισθε

(너희는) 창조된다

γελωτοποίουνται

(그들은) 창조된다

접속법단수 γελωτοποίωμαι

(나는) 창조되자

γελωτοποίῃ

(너는) 창조되자

γελωτοποίηται

(그는) 창조되자

쌍수 γελωτοποίησθον

(너희 둘은) 창조되자

γελωτοποίησθον

(그 둘은) 창조되자

복수 γελωτοποιώμεθα

(우리는) 창조되자

γελωτοποίησθε

(너희는) 창조되자

γελωτοποίωνται

(그들은) 창조되자

기원법단수 γελωτοποιοίμην

(나는) 창조되기를 (바라다)

γελωτοποίοιο

(너는) 창조되기를 (바라다)

γελωτοποίοιτο

(그는) 창조되기를 (바라다)

쌍수 γελωτοποίοισθον

(너희 둘은) 창조되기를 (바라다)

γελωτοποιοίσθην

(그 둘은) 창조되기를 (바라다)

복수 γελωτοποιοίμεθα

(우리는) 창조되기를 (바라다)

γελωτοποίοισθε

(너희는) 창조되기를 (바라다)

γελωτοποίοιντο

(그들은) 창조되기를 (바라다)

명령법단수 γελωτοποίου

(너는) 창조되어라

γελωτοποιεῖσθω

(그는) 창조되어라

쌍수 γελωτοποίεισθον

(너희 둘은) 창조되어라

γελωτοποιεῖσθων

(그 둘은) 창조되어라

복수 γελωτοποίεισθε

(너희는) 창조되어라

γελωτοποιεῖσθων, γελωτοποιεῖσθωσαν

(그들은) 창조되어라

부정사 γελωτοποίεισθαι

창조되는 것

분사 남성여성중성
γελωτοποιουμενος

γελωτοποιουμενου

γελωτοποιουμενη

γελωτοποιουμενης

γελωτοποιουμενον

γελωτοποιουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐγελωτοποῖουν

(나는) 창조하고 있었다

ἐγελωτοποῖεις

(너는) 창조하고 있었다

ἐγελωτοποῖειν*

(그는) 창조하고 있었다

쌍수 ἐγελωτοποίειτον

(너희 둘은) 창조하고 있었다

ἐγελωτοποιεῖτην

(그 둘은) 창조하고 있었다

복수 ἐγελωτοποίουμεν

(우리는) 창조하고 있었다

ἐγελωτοποίειτε

(너희는) 창조하고 있었다

ἐγελωτοποῖουν

(그들은) 창조하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐγελωτοποιοῦμην

(나는) 창조되고 있었다

ἐγελωτοποίου

(너는) 창조되고 있었다

ἐγελωτοποίειτο

(그는) 창조되고 있었다

쌍수 ἐγελωτοποίεισθον

(너희 둘은) 창조되고 있었다

ἐγελωτοποιεῖσθην

(그 둘은) 창조되고 있었다

복수 ἐγελωτοποιοῦμεθα

(우리는) 창조되고 있었다

ἐγελωτοποίεισθε

(너희는) 창조되고 있었다

ἐγελωτοποίουντο

(그들은) 창조되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • κ]αὶ Δημοκράτη[σ αὐτ]οῖσ ὁ Ἀφιδναῖοσ [ἀεὶ παρ]ακαθήμενοσ καὶον ἱστὰσ γελωτοπ[οιεῖ ἐ]πὶ τοῖσ τῆσ πόλεω[σ ἀ]τυχήμασιν, καὶ λο[ιδορεῖ]θ’ ὑμῖν μεθ’ ἡμέρα[ν ἐν τ]ῇ ἀγορᾷ, εἰσ ἑσπέρα[ν δὲ δε]ιπν[ή]σων ὡσ ὑμ[ᾶσ ἔ]ρχεται. (Hyperides, Speeches, 10:2)

    (히페레이데스, Speeches, 10:2)

유의어

  1. 창조하다

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION