헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φορύνω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: φορύνω

형태분석: φορύν (어간) + ω (인칭어미)

어원: only in imperf. pass.

  1. to be spoiled, defiled

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 φορύνω

φορύνεις

φορύνει

쌍수 φορύνετον

φορύνετον

복수 φορύνομεν

φορύνετε

φορύνουσιν*

접속법단수 φορύνω

φορύνῃς

φορύνῃ

쌍수 φορύνητον

φορύνητον

복수 φορύνωμεν

φορύνητε

φορύνωσιν*

기원법단수 φορύνοιμι

φορύνοις

φορύνοι

쌍수 φορύνοιτον

φορυνοίτην

복수 φορύνοιμεν

φορύνοιτε

φορύνοιεν

명령법단수 φόρυνε

φορυνέτω

쌍수 φορύνετον

φορυνέτων

복수 φορύνετε

φορυνόντων, φορυνέτωσαν

부정사 φορύνειν

분사 남성여성중성
φορυνων

φορυνοντος

φορυνουσα

φορυνουσης

φορυνον

φορυνοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 φορύνομαι

φορύνει, φορύνῃ

φορύνεται

쌍수 φορύνεσθον

φορύνεσθον

복수 φορυνόμεθα

φορύνεσθε

φορύνονται

접속법단수 φορύνωμαι

φορύνῃ

φορύνηται

쌍수 φορύνησθον

φορύνησθον

복수 φορυνώμεθα

φορύνησθε

φορύνωνται

기원법단수 φορυνοίμην

φορύνοιο

φορύνοιτο

쌍수 φορύνοισθον

φορυνοίσθην

복수 φορυνοίμεθα

φορύνοισθε

φορύνοιντο

명령법단수 φορύνου

φορυνέσθω

쌍수 φορύνεσθον

φορυνέσθων

복수 φορύνεσθε

φορυνέσθων, φορυνέσθωσαν

부정사 φορύνεσθαι

분사 남성여성중성
φορυνομενος

φορυνομενου

φορυνομενη

φορυνομενης

φορυνομενον

φορυνομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to be spoiled

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION