헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐνδιάζω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐνδιάζω

형태분석: ἐνδιάζ (어간) + ω (인칭어미)

어원: e)/ndios 1

  1. to pass the noon

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐνδιάζω

ἐνδιάζεις

ἐνδιάζει

쌍수 ἐνδιάζετον

ἐνδιάζετον

복수 ἐνδιάζομεν

ἐνδιάζετε

ἐνδιάζουσιν*

접속법단수 ἐνδιάζω

ἐνδιάζῃς

ἐνδιάζῃ

쌍수 ἐνδιάζητον

ἐνδιάζητον

복수 ἐνδιάζωμεν

ἐνδιάζητε

ἐνδιάζωσιν*

기원법단수 ἐνδιάζοιμι

ἐνδιάζοις

ἐνδιάζοι

쌍수 ἐνδιάζοιτον

ἐνδιαζοίτην

복수 ἐνδιάζοιμεν

ἐνδιάζοιτε

ἐνδιάζοιεν

명령법단수 ἐνδίαζε

ἐνδιαζέτω

쌍수 ἐνδιάζετον

ἐνδιαζέτων

복수 ἐνδιάζετε

ἐνδιαζόντων, ἐνδιαζέτωσαν

부정사 ἐνδιάζειν

분사 남성여성중성
ἐνδιαζων

ἐνδιαζοντος

ἐνδιαζουσα

ἐνδιαζουσης

ἐνδιαζον

ἐνδιαζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐνδιάζομαι

ἐνδιάζει, ἐνδιάζῃ

ἐνδιάζεται

쌍수 ἐνδιάζεσθον

ἐνδιάζεσθον

복수 ἐνδιαζόμεθα

ἐνδιάζεσθε

ἐνδιάζονται

접속법단수 ἐνδιάζωμαι

ἐνδιάζῃ

ἐνδιάζηται

쌍수 ἐνδιάζησθον

ἐνδιάζησθον

복수 ἐνδιαζώμεθα

ἐνδιάζησθε

ἐνδιάζωνται

기원법단수 ἐνδιαζοίμην

ἐνδιάζοιο

ἐνδιάζοιτο

쌍수 ἐνδιάζοισθον

ἐνδιαζοίσθην

복수 ἐνδιαζοίμεθα

ἐνδιάζοισθε

ἐνδιάζοιντο

명령법단수 ἐνδιάζου

ἐνδιαζέσθω

쌍수 ἐνδιάζεσθον

ἐνδιαζέσθων

복수 ἐνδιάζεσθε

ἐνδιαζέσθων, ἐνδιαζέσθωσαν

부정사 ἐνδιάζεσθαι

분사 남성여성중성
ἐνδιαζομενος

ἐνδιαζομενου

ἐνδιαζομενη

ἐνδιαζομενης

ἐνδιαζομενον

ἐνδιαζομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to pass the noon

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION