헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δολιόω

ο 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δολιόω

형태분석: δολιό (어간) + ω (인칭어미)

  1. to deal treacherously with

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 δολίω

δολίοις

δολίοι

쌍수 δολίουτον

δολίουτον

복수 δολίουμεν

δολίουτε

δολίουσιν*

접속법단수 δολίω

δολίοις

δολίοι

쌍수 δολίωτον

δολίωτον

복수 δολίωμεν

δολίωτε

δολίωσιν*

기원법단수 δολίοιμι

δολίοις

δολίοι

쌍수 δολίοιτον

δολιοίτην

복수 δολίοιμεν

δολίοιτε

δολίοιεν

명령법단수 δολῖου

δολιοῦτω

쌍수 δολίουτον

δολιοῦτων

복수 δολίουτε

δολιοῦντων, δολιοῦτωσαν

부정사 δολίουν

분사 남성여성중성
δολιων

δολιουντος

δολιουσα

δολιουσης

δολιουν

δολιουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 δολίουμαι

δολίοι

δολίουται

쌍수 δολίουσθον

δολίουσθον

복수 δολιοῦμεθα

δολίουσθε

δολίουνται

접속법단수 δολίωμαι

δολίοι

δολίωται

쌍수 δολίωσθον

δολίωσθον

복수 δολιώμεθα

δολίωσθε

δολίωνται

기원법단수 δολιοίμην

δολίοιο

δολίοιτο

쌍수 δολίοισθον

δολιοίσθην

복수 δολιοίμεθα

δολίοισθε

δολίοιντο

명령법단수 δολίου

δολιοῦσθω

쌍수 δολίουσθον

δολιοῦσθων

복수 δολίουσθε

δολιοῦσθων, δολιοῦσθωσαν

부정사 δολίουσθαι

분사 남성여성중성
δολιουμενος

δολιουμενου

δολιουμενη

δολιουμενης

δολιουμενον

δολιουμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION