헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαπρεπής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διαπρεπής διαπρεπές

형태분석: διαπρεπη (어간) + ς (어미)

어원: pre/pw

  1. 저명한, 걸출한, 현저한, 유명한, 훌륭한, 뛰어난
  1. eminent, distinguished, illustrious, in, magnificence

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 διαπρεπής

저명한 (이)가

διάπρεπες

저명한 (것)가

속격 διαπρεπούς

저명한 (이)의

διαπρέπους

저명한 (것)의

여격 διαπρεπεί

저명한 (이)에게

διαπρέπει

저명한 (것)에게

대격 διαπρεπή

저명한 (이)를

διάπρεπες

저명한 (것)를

호격 διαπρεπές

저명한 (이)야

διάπρεπες

저명한 (것)야

쌍수주/대/호 διαπρεπεί

저명한 (이)들이

διαπρέπει

저명한 (것)들이

속/여 διαπρεποίν

저명한 (이)들의

διαπρέποιν

저명한 (것)들의

복수주격 διαπρεπείς

저명한 (이)들이

διαπρέπη

저명한 (것)들이

속격 διαπρεπών

저명한 (이)들의

διαπρέπων

저명한 (것)들의

여격 διαπρεπέσιν*

저명한 (이)들에게

διαπρέπεσιν*

저명한 (것)들에게

대격 διαπρεπείς

저명한 (이)들을

διαπρέπη

저명한 (것)들을

호격 διαπρεπείς

저명한 (이)들아

διαπρέπη

저명한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοῖσ μέντοι διαπρεπέστερον ἀγωνισαμένοισ ὑπὸ ῥώμησ πλείονοσ καὶ τὸν μὲν αὑτῶν βίον ἀριστείαισ κεκοσμηκόσι, τὴν δ’ αὐτοῦ στρατείαν ἐπιφανεστέραν διὰ τῶν κατορθωμάτων πεποιηκόσιν ἔφη τὰ γέρα καὶ τὰσ τιμὰσ εὐθὺσ ἀποδώσειν, καὶ μηδένα τῶν πλέον πονεῖν ἑτέρου θελησάντων τῆσ δικαίασ ἀμοιβῆσ ἁμαρτήσεσθαι. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 14:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 14:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION