헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαπαπταίνω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διαπαπταίνω

형태분석: δια (접두사) + παπταίν (어간) + ω (인칭어미)

  1. to look timidly round

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπαπταίνω

διαπαπταίνεις

διαπαπταίνει

쌍수 διαπαπταίνετον

διαπαπταίνετον

복수 διαπαπταίνομεν

διαπαπταίνετε

διαπαπταίνουσιν*

접속법단수 διαπαπταίνω

διαπαπταίνῃς

διαπαπταίνῃ

쌍수 διαπαπταίνητον

διαπαπταίνητον

복수 διαπαπταίνωμεν

διαπαπταίνητε

διαπαπταίνωσιν*

기원법단수 διαπαπταίνοιμι

διαπαπταίνοις

διαπαπταίνοι

쌍수 διαπαπταίνοιτον

διαπαπταινοίτην

복수 διαπαπταίνοιμεν

διαπαπταίνοιτε

διαπαπταίνοιεν

명령법단수 διαπάπταινε

διαπαπταινέτω

쌍수 διαπαπταίνετον

διαπαπταινέτων

복수 διαπαπταίνετε

διαπαπταινόντων, διαπαπταινέτωσαν

부정사 διαπαπταίνειν

분사 남성여성중성
διαπαπταινων

διαπαπταινοντος

διαπαπταινουσα

διαπαπταινουσης

διαπαπταινον

διαπαπταινοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπαπταίνομαι

διαπαπταίνει, διαπαπταίνῃ

διαπαπταίνεται

쌍수 διαπαπταίνεσθον

διαπαπταίνεσθον

복수 διαπαπταινόμεθα

διαπαπταίνεσθε

διαπαπταίνονται

접속법단수 διαπαπταίνωμαι

διαπαπταίνῃ

διαπαπταίνηται

쌍수 διαπαπταίνησθον

διαπαπταίνησθον

복수 διαπαπταινώμεθα

διαπαπταίνησθε

διαπαπταίνωνται

기원법단수 διαπαπταινοίμην

διαπαπταίνοιο

διαπαπταίνοιτο

쌍수 διαπαπταίνοισθον

διαπαπταινοίσθην

복수 διαπαπταινοίμεθα

διαπαπταίνοισθε

διαπαπταίνοιντο

명령법단수 διαπαπταίνου

διαπαπταινέσθω

쌍수 διαπαπταίνεσθον

διαπαπταινέσθων

복수 διαπαπταίνεσθε

διαπαπταινέσθων, διαπαπταινέσθωσαν

부정사 διαπαπταίνεσθαι

분사 남성여성중성
διαπαπταινομενος

διαπαπταινομενου

διαπαπταινομενη

διαπαπταινομενης

διαπαπταινομενον

διαπαπταινομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to look timidly round

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION