헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δερμάτινος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δερμάτινος

형태분석: δερματιν (어간) + ος (어미)

어원: de/rma

  1. of skin, leathern

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 δερμάτινος

(이)가

δερματίνη

(이)가

δερμάτινον

(것)가

속격 δερματίνου

(이)의

δερματίνης

(이)의

δερματίνου

(것)의

여격 δερματίνῳ

(이)에게

δερματίνῃ

(이)에게

δερματίνῳ

(것)에게

대격 δερμάτινον

(이)를

δερματίνην

(이)를

δερμάτινον

(것)를

호격 δερμάτινε

(이)야

δερματίνη

(이)야

δερμάτινον

(것)야

쌍수주/대/호 δερματίνω

(이)들이

δερματίνᾱ

(이)들이

δερματίνω

(것)들이

속/여 δερματίνοιν

(이)들의

δερματίναιν

(이)들의

δερματίνοιν

(것)들의

복수주격 δερμάτινοι

(이)들이

δερμάτιναι

(이)들이

δερμάτινα

(것)들이

속격 δερματίνων

(이)들의

δερματινῶν

(이)들의

δερματίνων

(것)들의

여격 δερματίνοις

(이)들에게

δερματίναις

(이)들에게

δερματίνοις

(것)들에게

대격 δερματίνους

(이)들을

δερματίνᾱς

(이)들을

δερμάτινα

(것)들을

호격 δερμάτινοι

(이)들아

δερμάτιναι

(이)들아

δερμάτινα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION