고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: δακτυλοκαμψόδυνος
Structure: δακτυλοκαμψοδυν (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | δακτυλοκαμψόδυνος | δακτυλοκαμψοδύνη | δακτυλοκαμψόδυνον |
Genitive | δακτυλοκαμψοδύνου | δακτυλοκαμψοδύνης | δακτυλοκαμψοδύνου | |
Dative | δακτυλοκαμψοδύνῳ | δακτυλοκαμψοδύνῃ | δακτυλοκαμψοδύνῳ | |
Accusative | δακτυλοκαμψόδυνον | δακτυλοκαμψοδύνην | δακτυλοκαμψόδυνον | |
Vocative | δακτυλοκαμψόδυνε | δακτυλοκαμψοδύνη | δακτυλοκαμψόδυνον | |
Dual | N/A/V | δακτυλοκαμψοδύνω | δακτυλοκαμψοδύνᾱ | δακτυλοκαμψοδύνω |
G/D | δακτυλοκαμψοδύνοιν | δακτυλοκαμψοδύναιν | δακτυλοκαμψοδύνοιν | |
Plural | Nominative | δακτυλοκαμψόδυνοι | δακτυλοκαμψόδυναι | δακτυλοκαμψόδυνα |
Genitive | δακτυλοκαμψοδύνων | δακτυλοκαμψοδυνῶν | δακτυλοκαμψοδύνων | |
Dative | δακτυλοκαμψοδύνοις | δακτυλοκαμψοδύναις | δακτυλοκαμψοδύνοις | |
Accusative | δακτυλοκαμψοδύνους | δακτυλοκαμψοδύνᾱς | δακτυλοκαμψόδυνα | |
Vocative | δακτυλοκαμψόδυνοι | δακτυλοκαμψόδυναι | δακτυλοκαμψόδυνα |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | δακτυλοκαμψόδυνος δακτυλοκαμψοδύνου | δακτυλοκαμψοδυνότερος δακτυλοκαμψοδυνοτέρου | δακτυλοκαμψοδυνότατος δακτυλοκαμψοδυνοτάτου |
Adverb | δακτυλοκαμψοδύνως | δακτυλοκαμψοδυνότερον | δακτυλοκαμψοδυνότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기