고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: ξενοκτόνος ξενοκτόνος ξενοκτόνον
Structure: ξενοκτον (Stem) + ος (Ending)
M/F | Neuter | ||
---|---|---|---|
Singular | Nominative | ξενοκτόνος | ξενοκτόνον |
Genitive | ξενοκτόνου | ξενοκτόνου | |
Dative | ξενοκτόνῳ | ξενοκτόνῳ | |
Accusative | ξενοκτόνον | ξενοκτόνον | |
Vocative | ξενοκτόνε | ξενοκτόνον | |
Dual | N/A/V | ξενοκτόνω | ξενοκτόνω |
G/D | ξενοκτόνοιν | ξενοκτόνοιν | |
Plural | Nominative | ξενοκτόνοι | ξενοκτόνα |
Genitive | ξενοκτόνων | ξενοκτόνων | |
Dative | ξενοκτόνοις | ξενοκτόνοις | |
Accusative | ξενοκτόνους | ξενοκτόνα | |
Vocative | ξενοκτόνοι | ξενοκτόνα |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | ξενοκτόνος ξενοκτόνου | ξενοκτονότερος ξενοκτονοτέρου | ξενοκτονότατος ξενοκτονοτάτου |
Adverb | ξενοκτόνως | ξενοκτονότερον | ξενοκτονότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Ancient Greek entries from Wiktionary
Find this word at Wiktionary고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기