Ancient Greek-English Dictionary Language

ἄσεπτος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἄσεπτος ἄσεπτη ἄσεπτον

Structure: ἀ (Prefix) + σεπτ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: se/bw

Sense

  1. unholy

Examples

  • οὔ τί που κρυπτεύομαι Πρωτέωσ ἀσέπτου παιδὸσ ἐκ βουλευμάτων; (Euripides, Helen, episode, dialogue9)
  • εἰ δέ τισ ὑπέροπτα χερσὶν ἢ λόγῳ πορεύεται, δίκασ ἀφόβητοσ οὐδὲ δαιμόνων ἕδη σέβων, κακά νιν ἕλοιτο μοῖρα, δυσπότμου χάριν χλιδᾶσ, εἰ μὴ τὸ κέρδοσ κερδανεῖ δικαίωσ καὶ τῶν ἀσέπτων ἔρξεται ἢ τῶν ἀθίκτων θίξεται ματᾴζων. (Sophocles, Oedipus Tyrannus, choral, strophe 21)

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION