Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀντισφαιρίζω

Non-contract Verb; Transliteration:

Principal Part: ἀντισφαιρίζω

Structure: ἀντισφαιρίζ (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to play at ball against, the parties in a game at ball

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular ἀντισφαιρίζω ἀντισφαιρίζεις ἀντισφαιρίζει
Dual ἀντισφαιρίζετον ἀντισφαιρίζετον
Plural ἀντισφαιρίζομεν ἀντισφαιρίζετε ἀντισφαιρίζουσιν*
SubjunctiveSingular ἀντισφαιρίζω ἀντισφαιρίζῃς ἀντισφαιρίζῃ
Dual ἀντισφαιρίζητον ἀντισφαιρίζητον
Plural ἀντισφαιρίζωμεν ἀντισφαιρίζητε ἀντισφαιρίζωσιν*
OptativeSingular ἀντισφαιρίζοιμι ἀντισφαιρίζοις ἀντισφαιρίζοι
Dual ἀντισφαιρίζοιτον ἀντισφαιριζοίτην
Plural ἀντισφαιρίζοιμεν ἀντισφαιρίζοιτε ἀντισφαιρίζοιεν
ImperativeSingular ἀντισφαίριζε ἀντισφαιριζέτω
Dual ἀντισφαιρίζετον ἀντισφαιριζέτων
Plural ἀντισφαιρίζετε ἀντισφαιριζόντων, ἀντισφαιριζέτωσαν
Infinitive ἀντισφαιρίζειν
Participle MasculineFeminineNeuter
ἀντισφαιριζων ἀντισφαιριζοντος ἀντισφαιριζουσα ἀντισφαιριζουσης ἀντισφαιριζον ἀντισφαιριζοντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular ἀντισφαιρίζομαι ἀντισφαιρίζει, ἀντισφαιρίζῃ ἀντισφαιρίζεται
Dual ἀντισφαιρίζεσθον ἀντισφαιρίζεσθον
Plural ἀντισφαιριζόμεθα ἀντισφαιρίζεσθε ἀντισφαιρίζονται
SubjunctiveSingular ἀντισφαιρίζωμαι ἀντισφαιρίζῃ ἀντισφαιρίζηται
Dual ἀντισφαιρίζησθον ἀντισφαιρίζησθον
Plural ἀντισφαιριζώμεθα ἀντισφαιρίζησθε ἀντισφαιρίζωνται
OptativeSingular ἀντισφαιριζοίμην ἀντισφαιρίζοιο ἀντισφαιρίζοιτο
Dual ἀντισφαιρίζοισθον ἀντισφαιριζοίσθην
Plural ἀντισφαιριζοίμεθα ἀντισφαιρίζοισθε ἀντισφαιρίζοιντο
ImperativeSingular ἀντισφαιρίζου ἀντισφαιριζέσθω
Dual ἀντισφαιρίζεσθον ἀντισφαιριζέσθων
Plural ἀντισφαιρίζεσθε ἀντισφαιριζέσθων, ἀντισφαιριζέσθωσαν
Infinitive ἀντισφαιρίζεσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
ἀντισφαιριζομενος ἀντισφαιριζομενου ἀντισφαιριζομενη ἀντισφαιριζομενης ἀντισφαιριζομενον ἀντισφαιριζομενου

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Synonyms

  1. to play at ball against

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION