헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀναγνώστης

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀναγνώστης

형태분석: ἀναγνωστ (어간) + ης (어미)

어원: a)nagignw/skw

  1. 독자, 낭독자, 독서가
  1. a reader, a slave trained to read

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἀναγνώστης

독자가

ἀναγνώστᾱ

독자들이

ἀναγνῶσται

독자들이

속격 ἀναγνώστου

독자의

ἀναγνώσταιν

독자들의

ἀναγνωστῶν

독자들의

여격 ἀναγνώστῃ

독자에게

ἀναγνώσταιν

독자들에게

ἀναγνώσταις

독자들에게

대격 ἀναγνώστην

독자를

ἀναγνώστᾱ

독자들을

ἀναγνώστᾱς

독자들을

호격 ἀναγνῶστα

독자야

ἀναγνώστᾱ

독자들아

ἀναγνῶσται

독자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • «Βασιλεὺσ Ἀρταξέρξησ Ἔδρᾳ τῷ ἱερεῖ καὶ ἀναγνώστῃ τοῦ νόμου Κυρίου χαίρειν. (Septuagint, Liber Esdrae I 8:9)

    (70인역 성경, 에즈라기 8:9)

  • καὶ εἶπεν Ἔσδρᾳ τῷ ἱερεῖ καὶ ἀναγνώστῃ. κόμισαι τὸν νόμον Μωυσῆ τὸν παραδοθέντα ὑπὸ Κυρίου Θεοῦ Ἰσραήλ. (Septuagint, Liber Esdrae I 9:39)

    (70인역 성경, 에즈라기 9:39)

  • καὶ εἶπεν Ἀτθαράτησ Ἔσδρᾳ τῷ ἀρχιερεῖ καὶ ἀναγνώστῃ καὶ τοῖσ Λευίταισ τοῖσ διδάσκουσι τὸ πλῆθοσ ἐπὶ πάντασ. (Septuagint, Liber Esdrae I 9:49)

    (70인역 성경, 에즈라기 9:49)

  • οὐ προεγύμνασασ τὸν νεανίσκον οὐδ’ ἔγνωσ εἰ δύναται τούτοισ παρακολουθεῖν, ἀλλ’ ὡσ ἀναγνώστῃ αὐτῷ χρῇ. (Epictetus, Works, book 1, 13:2)

    (에픽테토스, Works, book 1, 13:2)

  • "βασιλεὺσ βασιλέων Ξέρξησ Ἔζδρᾳ ἱερεῖ καὶ ἀναγνώστῃ τῶν τοῦ θεοῦ νόμων χαίρειν. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 11 153:2)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 11 153:2)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION