- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀλύπητος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: alypētos 고전 발음: [알뤼뻬:또] 신약 발음: [알뤼뻬또]

기본형: ἀλύπητος ἀλύπητη ἀλύπητον

형태분석: (접두사) + λυπητ (어간) + ος (어미)

어원: λυ_πέω

  1. not pained or grieved
  2. not causing pain

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀλύπητος

(이)가

ἀλύπήτη

(이)가

ἀλύπητον

(것)가

속격 ἀλυπήτου

(이)의

ἀλύπήτης

(이)의

ἀλυπήτου

(것)의

여격 ἀλυπήτῳ

(이)에게

ἀλύπήτῃ

(이)에게

ἀλυπήτῳ

(것)에게

대격 ἀλύπητον

(이)를

ἀλύπήτην

(이)를

ἀλύπητον

(것)를

호격 ἀλύπητε

(이)야

ἀλύπήτη

(이)야

ἀλύπητον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀλυπήτω

(이)들이

ἀλύπήτα

(이)들이

ἀλυπήτω

(것)들이

속/여 ἀλυπήτοιν

(이)들의

ἀλύπήταιν

(이)들의

ἀλυπήτοιν

(것)들의

복수주격 ἀλύπητοι

(이)들이

ἀλύπηται

(이)들이

ἀλύπητα

(것)들이

속격 ἀλυπήτων

(이)들의

ἀλύπητῶν

(이)들의

ἀλυπήτων

(것)들의

여격 ἀλυπήτοις

(이)들에게

ἀλύπήταις

(이)들에게

ἀλυπήτοις

(것)들에게

대격 ἀλυπήτους

(이)들을

ἀλύπήτας

(이)들을

ἀλύπητα

(것)들을

호격 ἀλύπητοι

(이)들아

ἀλύπηται

(이)들아

ἀλύπητα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • νῦν δ ὡς ἔτ οὐκ ὢν εἶπε μὲν λέχους ὅ τι χρείη μ ἑλέσθαι κτῆσιν εἶπε δ ἣν τέκνοις μοῖραν πατρῴας γῆς διαιρετὸν νέμοι, χρόνον προτάξας ὡς τρίμηνον ἡνίκα χώρας ἀπείη κἀνιαύσιον βεβώς, τότ ἢ θανεῖν χρείη σφε τῷδε τῷ χρόνῳ ἢ τοῦθ ὑπεκδραμόντα τοῦ χρόνου τέλος τὸ λοιπὸν ἤδη ζῆν ἀλυπήτῳ βίῳ. (Sophocles, Trachiniae, episode8)

    (소포클레스, 트라키니아이, episode8)

  • οὐ γάρ τις αὐτὸν οὔτε πυρφόρος θεοῦ κεραυνὸς ἐξέπραξεν οὔτε ποντία θύελλα κινηθεῖσα τῷ τότ ἐν χρόνῳ, ἀλλ ἤ τις ἐκ θεῶν πομπὸς ἢ τὸ νερτέρων εὔνουν διαστὰν γῆς ἀλύπητον βάθρον. (Sophocles, Oedipus at Colonus, episode 1:19)

    (소포클레스, Oedipus at Colonus, episode 1:19)

  • οἱ μέντοι Θηβαῖοι ἀπὸ τῶν λόφων τὰ δόρατα ἐξηκόντιζον, ὥστε καὶ ἀπέθανεν Ἀλύπητος, εἷς τῶν πολεμάρχων, ἀκοντισθεὶς δόρατι: (Xenophon, Hellenica, , chapter 4 61:1)

    (크세노폰, Hellenica, , chapter 4 61:1)

  • θήκας δ εἶναι τῶν χωρίων ὁπόσα μὲν ἐργάσιμα μηδαμοῦ, μήτε τι μέγα μήτε τι σμικρὸν μνῆμα, ἃ δὲ ἡ χώρα πρὸς τοῦτ αὐτὸ μόνον φύσιν ἔχει, τὰ τῶν τετελευτηκότων σώματα μάλιστα ἀλυπήτως τοῖς ζῶσι δεχομένη κρύπτειν, ταῦτα ἐκπληροῦν, τοῖς δὲ ἀνθρώποις ὅσα τροφὴν μήτηρ οὖσα ἡ γῆ πρὸς ταῦτα πέφυκεν βούλεσθαι φέρειν, μήτε ζῶν μήτε τις ἀποθανὼν στερείτω τὸν ζῶνθ ἡμῶν. (Plato, Laws, book 12 125:2)

    (플라톤, Laws, book 12 125:2)

유의어

  1. not pained or grieved

  2. not causing pain

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION