헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀκαταστασία

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀκαταστασία

형태분석: ακαταστασι (어간) + α (어미)

  1. disorder, instability, agitation

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • γλῶσσα ψευδὴσ μισεῖ ἀλήθειαν, στόμα δὲ ἄστεγον ποιεῖ ἀκαταστασίασ. (Septuagint, Liber Proverbiorum 26:29)

    (70인역 성경, 잠언 26:29)

  • ἂν οὖν ἐπὶ τοῦτο ῥέψωμεν καὶ αὐτοί, ὥσθ’ ὅταν δυσοδῶμεν, αὑτοὺσ αἰτιᾶσθαι καὶ μεμνῆσθαι, ὅτι οὐδὲν ἄλλο ταραχῆσ ἢ ἀκαταστασίασ αἴτιόν ἐστιν ἢ δόγμα, ὀμνύω ὑμῖν πάντασ θεούσ, ὅτι προεκόψ αμεν. (Epictetus, Works, book 3, 3:1)

    (에픽테토스, Works, book 3, 3:1)

  • ἐκ δὲ τῶν ψευδῶν ἐπιγίνεσθαι τὴν διαστροφὴν ἐπὶ τὴν διάνοιαν, ἀφ’ ἧσ πολλὰ πάθη βλαστάνειν καὶ ἀκαταστασίασ αἴτια. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 110:4)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 110:4)

  • ὅταν δὲ ἀκούσητε πολέμουσ καὶ ἀκαταστασίασ, μὴ πτοηθῆτε· (, chapter 14 312:1)

    (, chapter 14 312:1)

  • οὐ γάρ ἐστιν ἀκαταστασίασ ὁ θεὸσ ἀλλὰ εἰρήνησ, ὡσ ἐν πάσαισ ταῖσ ἐκκλησίαισ τῶν ἁγίων. (PROS KORINQIOUS A, chapter 8 199:1)

    (PROS KORINQIOUS A, chapter 8 199:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION