- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Κυκλώπειος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: Kyklōpeios 고전 발음: [로:뻬] 신약 발음: [로삐오]

기본형: Κυκλώπειος Κυκλώπεια Κυκλώπειον

형태분석: Κυκλωπει (어간) + ος (어미)

어원: Κύκλωψ

  1. Cyclopean

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 Κυκλώπειος

(이)가

Κυκλωπεία

(이)가

Κυκλώπειον

(것)가

속격 Κυκλωπείου

(이)의

Κυκλωπείας

(이)의

Κυκλωπείου

(것)의

여격 Κυκλωπείῳ

(이)에게

Κυκλωπείᾳ

(이)에게

Κυκλωπείῳ

(것)에게

대격 Κυκλώπειον

(이)를

Κυκλωπείαν

(이)를

Κυκλώπειον

(것)를

호격 Κυκλώπειε

(이)야

Κυκλωπεία

(이)야

Κυκλώπειον

(것)야

쌍수주/대/호 Κυκλωπείω

(이)들이

Κυκλωπεία

(이)들이

Κυκλωπείω

(것)들이

속/여 Κυκλωπείοιν

(이)들의

Κυκλωπείαιν

(이)들의

Κυκλωπείοιν

(것)들의

복수주격 Κυκλώπειοι

(이)들이

Κυκλώπειαι

(이)들이

Κυκλώπεια

(것)들이

속격 Κυκλωπείων

(이)들의

Κυκλωπειῶν

(이)들의

Κυκλωπείων

(것)들의

여격 Κυκλωπείοις

(이)들에게

Κυκλωπείαις

(이)들에게

Κυκλωπείοις

(것)들에게

대격 Κυκλωπείους

(이)들을

Κυκλωπείας

(이)들을

Κυκλώπεια

(것)들을

호격 Κυκλώπειοι

(이)들아

Κυκλώπειαι

(이)들아

Κυκλώπεια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐφεξῆς δὲ τῇ Ναυπλίᾳ τὰ σπήλαια καὶ οἱ ἐν αὐτοῖς οἰκοδομητοὶ λαβύρινθοι, Κυκλώπεια δ ὀνομάζουσιν. (Strabo, Geography, Book 8, chapter 6 4:9)

    (스트라본, 지리학, Book 8, chapter 6 4:9)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION